Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Δίαιτα κατά της χοληστερόλης μειώνει και την αρτηριακή πίεση

  • Iatronet
Ερευνητής θεωρεί ότι η δίαιτα κατά της χοληστερόλης είναι ιδανική για τη μείωση του γενικού κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου.
Διατροφή που αναπτύχθηκε για τη μείωση της χοληστερόλης μειώνει επίσης και την αρτηριακή πίεση, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Η δίαιτα για τη μείωση της χοληστερόλης περιλαμβάνει τροφές όπως ξηρούς καρπούς και φυτικές στερόλες.
Σε σύγκριση με άλλη δίαιτα που συνιστάται για τη μείωση της υπέρτασης, η δίαιτα κατά της χοληστερόλης μείωσε την αρτηριακή πίεση κατά 2% περισσότερο, κατά μέσον όρο, έδειξαν τα ευρήματα.
Η δίαιτα DASH κατά της υπέρτασης δίνει έμφαση στα φρούτα, τα λαχανικά και την ολική άλεση, μειώνει την πρόσληψη κρέατος και γαλακτοκομικών και περιορίζει τα σνακ.
Ο ερευνητής David Jenkins, του University of Toronto, δήλωσε ότι τώρα μπορούμε να πούμε ότι η δίαιτα κατά της χοληστερόλης (portfolio diet) είναι ιδανική για τη μείωση του γενικού κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου.
Η νέα έρευνα δίνει έμφασης στις διατροφικές αλλαγές και στις αλλαγές του τρόπου ζωής για τη μείωση του κινδύνου καρδιοπάθειας. Διατροφικές αλλαγές έχουν βρεθεί να είναι το ίδιο αποτελεσματικές όσο και η αρχική δόση του μέσου φαρμάκου κατά της υπέρτασης, εξήγησε ο ερευνητής.
Ο Jenkins σημείωσε ότι έρευνες έχουν δείξει πως φυτικές δίαιτες που δίνουν έμφαση σε τροφές με υψηλή πρωτεΐνη, ελαιόλαδο και ίνες μειώνουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου.
Τα αποτελέσματα βασίζονται σε δευτερεύουσα ανάλυση στοιχείων που συλλέχτηκαν για έρευνα του 2011 σχετικά με την επίδραση της διατροφής κατά της χοληστερόλης.
Οι ερευνητής ανακάλυψαν ότι αν και η δίαιτα DASH είχε υψηλότερα ποσοστά συμμόρφωσης, η δίαιτα κατά της χοληστερόλης ήταν πιο αποτελεσματική στη μείωση της αρτηριακής πίεσης.
Η μέτρια μείωση της αρτηριακής πίεσης στη δίαιτα κατά της χοληστερόλης ήταν επιπλέον της βελτίωσης κατά 5-10 millimetre στην αρτηριακή πίεση η οποία συνδέεται με τη διατροφή τύπου DASH.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nutrition, Metabolism and Cardiovascular Disease.

Η άσκηση συμβάλλει στην προστασία από την καρδιακή ανεπάρκεια

  • Iatronet
Η άσκηση, ακόμα και αν κάποιος την αρχίσει αργά, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Ακόμα και αν κάποιος αρχίζει πιο αργά στη ζωή του να ασκείται, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, ενώ ακόμα και μέτρια αύξηση στη δραστηριότητα θα μπορούσε να παράσχει κάποιου βαθμού προστασία.
Ο ερευνητής Dr. Chiadi Ndumele, δήλωσε ότι τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι όσον αφορά την άσκηση και την καρδιακή ανεπάρκεια, το αξίωμα ‘’καλύτερα αργά παρά ποτέ’’ μοιάζει αληθινό και ότι ακόμα και λίγη άσκηση μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο.
Οι ερευνητές μελέτησαν τις συνήθειες άσκησης περίπου 11.000 Αμερικανών αντρών και γυναικών σε 20χρονη κυβερνητική έρευνα για τη γήρανση και την καρδιοπάθεια.
Οι συμμετέχοντες είχαν ηλικία από 45 έως 64 ετών. Κανείς δεν εμφάνιζε καρδιοπάθεια στην έναρξη της έρευνας. Αξιολογήθηκαν τα επίπεδα δραστηριότητας σε 2 επισκέψεις, σε διάστημα 6 ετών.
Σε σύγκριση με όσους δεν ασκούνταν, στις 2 επισκέψεις, άνθρωποι που υιοθετούσαν ή ξεπερνούσαν τα συνιστώμενα επίπεδα άσκησης (150 λεπτά μέτριας άσκησης ή 75 λεπτά έντονης την εβδομάδα) στις 2 επισκέψεις, είχαν 33% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν καρδιακή ανεπάρκεια, ανακάλυψε η έρευνα. Όσοι σταθερά ασκούνταν μετρίως, είχαν 20% χαμηλότερο κίνδυνο.
Ωστόσο, οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ότι οι μη δραστήριοι άνθρωποι, που σε κάποια στιγμή της έρευνας ασκήθηκαν για να φτάσουν το συνιστώμενο επίπεδο, εμφάνισαν μείωση του κινδύνου καρδιακής ανεπάρκειας κατά 22%. Οι αδρανείς που αύξησαν το επίπεδο φυσικής δραστηριότητας σε περίπου 30 λεπτά περπατήματος, 4 φορές την εβδομάδα, μείωσαν τον κίνδυνο κατά 12%, ανακάλυψε η έρευνα.
Η έρευνα παρουσιάστηκε νωρίτερα τον τρέχοντα μήνα στο συνέδριο της American Heart Association στο Ορλάντο.
Η ερευνήτρια Dr. Roberta Florido, του Johns Hopkins, δήλωσε ότι πολλοί άνθρωποι αποθαρρύνονται αν δεν έχουν χρόνο ή ικανότητα για έντονη άσκηση, αλλά τα ευρήματα δείχνουν ότι ακόμα και λίγη άσκηση παίζει ρόλο και ότι η έναρξή της αργότερα στη ζωή είναι καλύτερη από το να μην ασκείται κάποιος καθόλου.

Έρευνα συνδέει το χαμηλό σάκχαρο με καρδιαγγειακά προβλήματα

  • Iatronet
Νέα έρευνα συνδέει την υπογλυκαιμία με αλλαγή στις αντιδράσεις του οργανισμού στο καρδιαγγειακό στρες.
Πρόσφατη έρευνα υπέδειξε πιθανή σχέση μεταξύ χαμηλού σακχάρου και καρδιαγγειακών προβλημάτων.
Στην έρευνα, του Temple University Health System, επιστήμονες εξέτασαν την επίδραση της υπογλυκαιμίας στον έλεγχο της καρδιάς από το αυτόνομο νευρικό σύστημα.
Ανακάλυψαν ότι στο πειραματικό τους μοντέλο για την υπογλυκαιμία υπήρχε σαφής αλλαγή στις αντιδράσεις του οργανισμού στο καρδιαγγειακό στρες.
Ο ερευνητής Ajay D. Rao, δήλωσε ότι τα ευρήματα υποδεικνύουν συγκεκριμένο τρόπο σχετικά με το πώς επηρεάζεται το καρδιαγγειακό σύστημα κατά τη διάρκεια επεισοδίων υπογλυκαιμίας.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, υγιείς εθελοντές εκτέθηκαν σε πειραματική υπογλυκαιμία.
Οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε εξειδικευμένη εξέταση του καρδιαγγειακού συστήματος, πριν και στο τέλος της περιόδου πειραματικής υπογλυκαιμίας.
Επιστήμονες μπόρεσαν να δείξουν ότι κατά τη διάρκεια της υπογλυκαιμίας υπήρχε σαφής διαταραχή της ανταπόκρισης του οργανισμού σε αλλαγές στην αρτηριακή πίεση και στον καρδιακό παλμό.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Diabetes.

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

Interventional Cardiovascular Education - ICE 2015

Interventional Cardiovascular Education - ICE 2015
Ολοκληρώθηκε το Σάββατο 12 Δεκεμβρίου το Διεθνές Συνέδριο Επεμβατικής Καρδιολογίας ICE 2015, το οποίο διοργάνωσε η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία στην Αθήνα. Το συνέδριο, με την ποιότητα των εισηγήσεων και την πληρότητα κάλυψης όλων των θεμάτων προσέφερε ένα εξαιρετικό πεδίο ανταλλαγής γνώσεων και απόψεων, εκπληρώνοντας το στόχο «να είμαστε στην πρώτη γραμμή, να πραγματοποιούμε μεγάλα συνέδρια στην Ελλάδα και να συμμετέχουμε ενεργά σε μεγάλα Καρδιολογικά συνέδρια στο εξωτερικό συμβάλλοντας στη διαμόρφωση των εξελίξεων στον χώρο της Καρδιολογίας», όπως τον εξέφρασε ο Πρόεδρος της ΕΚΕ κ. Φούσας. Η συμβολή της Ομάδας Εργασίας Αιμοδυναμικής και Επεμβατικής Καρδιολογίας και ιδιαίτερα του Προέδρου της, κ. Σιάνου, ήταν αποφασιστική, ενώ ιδιαίτερο τόνο έδωσαν οι προσκεκλημένοι ομιλητές από διακεκριμένα κέντρα του εξωτερικού.
H πρώτη ημέρα του Συνεδρίου άρχισε με δύο εξαιρετικά ενδιαφέροντα στρογγυλά τραπέζια για την αρτηριακή πρόσβαση για τις στεφανιαίες και μη στεφανιαίες παρεμβάσεις και τα βιοαπορροφήσιμα scaffolds. Στο πρώτο αναδείχθηκαν τα πλεονεκτήματα της διακερκιδικής προσπέλασης, ακόμα και σε υπο-ομάδες ασθενών που παλαιότερα θεωρούνταν ακατάλληλοι για διακερκιδική προσπέλαση, όπως οι ασθενείς με καρδιογενές shock, ενώ συζητήθηκε και το κατά πόσον η πιθανότητα να επηρεάσει ο καθετηριασμός αρνητικά την ποιότητα της κερκιδικής ως υποψήφιο αρτηριακό μόσχευμα αορτοστεφανιαίας παράκαμψης θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με την αρτηριακή πρόσβαση.  Στο δεύτερο, το οποίο αφορούσε τα βιοαπορροφήσιμα scaffolds, κορυφαίοι επεμβατικοί μάς παρουσίασαν με σαφήνεια τι υπάρχει και τι μπορούμε να περιμένουμε σε σχέση με τη νέα αυτή τεχνολογία. Τα ως τώρα δεδομένα δείχνουν ασφάλεια και τουλάχιστον ισοδύναμη αποτελεσματικότητα με τα υπάρχοντα stent. Μένει να δειχθεί το αν θα εκπληρώσουν όσα αναμένουμε, με βάση τα θεωρητικά παθοφυσιολογικά πλεονεκτήματα ενός stent με βιοαπορροφήσιμο scaffold.  Στη συνέχεια, στα πλαίσια της τελετής έναρξης παρουσιάστηκαν οι μελλοντικές προοπτικές της Επεμβατικής Καρδιολογίας από το Γραμματέα της EAPCI, A. Baumbach.  
Τη δεύτερη ημέρα, στην πρώτη πρωινή συνεδρία παρουσιάστηκαν θέματα σχετικά με το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, όπου παρουσιάστηκε η ελληνική πραγματικότητα ως προς τα δίκτυα ενεργοποίησης του συστήματος για την έγκαιρη πραγματοποίηση πρωτογενούς αγγειοπλαστικής, όπου διαπιστώθηκε η πρόοδος που έχει γίνει ως τώρα, αλλά και επισημάνθηκαν οι ελλείψεις και οι ανεπάρκειες που ακόμα είναι πολλές, με αποτέλεσμα αρκετές περιοχές της ελληνικής επικράτειας να μην έχουν επαρκή κάλυψη του πληθυσμού ως προς την πρόσβαση στην πρωτογενή αγγειοπλαστική. Ενδιαφέρον είχε επίσης η αναφορά στο τι άλλαξε τα τελευταία 1-2 χρόνια στη θεραπεία του οξέος εμφράγματος και ειδικότερα σε σχέση με την εγκατάλειψη της θρομβοαναρρόφησης σε βάση ρουτίνας καθώς και του δόγματος ότι θεραπεύουμε αποκλειστικά και μόνο την ένοχη βλάβη κατά το χρόνο της πρωτογενούς αγγειοπλαστικής (αν και τα δεδομένα εδώ απέχουν από το να δώσουν οριστική απάντηση). Ακολούθησε συνεδρία για τη σχετική με τις στεφανιαίες παρεμβάσεις φαρμακοθεραπεία, με ιδιαίτερο session για την αντιαιμοπεταλιακή αγωγή, όπου έγινε συζήτηση για το πόσο πρέπει να διαρκεί η διπλή αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία μετά από PCI και διαπιστώθηκε ουσιαστικά η ανάγκη ισορροπίας μεταξύ θρομβωτικού και αιμορραγικού κινδύνου. Μετά το μεσημέρι, η θεματολογία εστιάστηκε στη λειτουργική εκτίμηση των στεφανιαίων στενώσεων, όπου επαναβεβαιώθηκε η αξία της κλασματικής εφεδρείας ροής για τη λήψη απόφασης σχετικά με την επαναιμάτωση, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό στη νόσο στελέχους. Σε σχέση με τις δομικές καρδιοπάθειες, παρουσιάστηκαν στη συνέχεια τα υπάρχοντα δεδομένα για τη διαδερμική θεραπεία δομικών νόσων, με βασικό συμπέρασμα ότι η διαδερμική αντιμετώπιση πολλών δομικών καρδιοπαθειών είναι εξαιρετικά αποτελεσματική, αρκεί να γίνεται ορθή επιλογή ασθενών και να εφαρμόζονται με προσοχή οι ενδείξεις, για τις οποίες θα πρέπει να υπάρχει ισχυρή τεκμηρίωση.  Το βράδυ συζητήθηκαν οι απεικονιστικές τεχνικές, όπου παρουσιάστηκε ο ρόλος του IVUS και του OCT στο αιμοδυναμικό εργαστήριο, αλλά και της απεικόνισης με CT και MRI έξω από αυτό.  Ιδιαίτερα για το IVUS αναφέρθηκε η δυνατότητα βελτιστοποίησης της αγγειοπλαστικής σε επιλεγμένες περιπτώσεις με χρήση της ενδοστεφανιαίας απεικόνισης, κάτι το οποίο είναι ιδιαιτέρως απαραίτητο στην αγγειοπλαστική στελέχους. Τέλος, στη βραδινή συνεδρία που αφορούσε την αορτή και τα περιφερικά αγγεία παρουσιάστηκαν οι εντυπωσιακές  πρόοδοι των ενδοαγγειακών τεχνικών και συζητήθηκε το μέλλον της νεφρικής απονεύρωσης, η οποία ενδεχομένως δεν έχει πει την τελευταία της λέξη.
Η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα τρίτη ημέρα ξεκίνησε με τις χρόνιες ολικές αποφράξεις. Αναλύθηκε η σύγχρονη αντίληψη για τις τεχνικές διάνοιξής τους, διαπιστώθηκε η σημαντική πρόοδος στα υλικά και στην εμπειρία των χειριστών, που έχουν ως αποτέλεσμα να επιτυγχάνονται ποσοστά τεχνικής επιτυχίας ανώτερα του 90%, με εφαρμογή της σύγχρονης υβριδικής προσέγγισης με ορθόδρομες και ανάδρομες τεχνικές. Ακολούθησε η ζωντανή παρουσίαση ενός εξαιρετικά ενδιαφέροντος περιστατικού χρόνιας ολικής απόφραξης από την ομάδα του ΑΧΕΠΑ στη Θεσσαλονίκη. Η συνέχεια ήταν αφιερωμένη στις διαδερμικές παρεμβάσεις για τις βαλβιδοπάθειες, με τη συζήτηση να εστιάζεται στην TAVI και το Mitraclip.  Ακολούθησε ζωντανή σύνδεση με το αιμοδυναμικό εργαστήριο του Ιπποκρατείου Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών για την παρουσίαση ενός υψηλών τεχνικών απαιτήσεων περιστατικού, και στη συνέχεια ομιλία του A. Vahanian, όπου διαπιστώθηκε η τάση διεύρυνσης του πληθυσμού που θα θεωρείται στο εγγύς μέλλον κατάλληλος για TAVI. Το Συνέδριο έκλεισε με το στρογγυλό τραπέζι για τις σύμπλοκες αγγειοπλαστικές, στο οποίο κοινή διαπίστωση ήταν ότι, με τις σύγχρονες τεχνικές και τα διαθέσιμα τεχνολογικά μέσα, σχεδόν καμία βλάβη σε στεφανιαία αρτηρία ή μόσχευμα δεν πρέπει να θεωρείται απροσπέλαστη ή τεχνικά απαγορευτική για την πραγματοποίηση αγγειοπλαστικής. Ωστόσο, ο ενθουσιασμός του επεμβατικού δεν πρέπει να τον κάνει να ξεχνά την αρχή του less is more που συχνά ισχύει για τις σύμπλοκες ή τεχνικά δύσκολες βλάβες.
Συνολικά, κατά κοινή ομολογία, στο Συνέδριο παρουσιάστηκε με εξαιρετική πληρότητα και από κορυφαίους επεμβατικούς Καρδιολόγους η Επεμβατική Καρδιολογία σήμερα, δίνοντας τη δυνατότητα στον Έλληνα Καρδιολόγο να ενημερωθεί εντός τριών ημερών για το σύνολο των θεμάτων που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.

Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2015

Κίνδυνος μη θανατηφόρων καρδιαγγειακών νοσημάτων σε πρώιμη εμφάνιση διαβήτη σε σχέση με όψιμη εμφάνιση διαβήτη τύπου 2

  • The Lancet Diabetology
Οι ασθενείς με διαβήτη πρώιμης εμφάνισης τύπου 2 διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για μη θανατηφόρα καρδιαγγειακή νόσο
Οι ασθενείς με διαβήτη πρώιμης εμφάνισης τύπου 2 διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για μη θανατηφόρα καρδιαγγειακή νόσο
Υπόβαθρο
Η ηλικία έναρξης του διαβήτη τύπου 2 μειώνεται. Επειδή οι μη-Κινέζοι ασθενείς με διαβήτη πρώιμης έναρξης τύπου 2 (που ορίζεται εδώ ως έχων διαγνωσθεί σε ηλικία <40 ετών), έχουν αυξημένο κίνδυνο αγγειακών επιπλοκών, ερευνήσαμε την επίδραση του διαβήτη πρώιμης έναρξης έναντι του διαβήτη όψιμης έναρξης τύπου 2 στον κίνδυνο μη θανατηφόρων καρδιαγγειακών νοσημάτων στην Κίνα.
Μέθοδοι
Διεξήγαμε μια συγχρονική έρευνα με τη χρήση δεδομένων από το Εθνικό Σύστημα Παρακολούθησης της Κίνας για την HbA1c (CNHSS), συμπεριλαμβανομένων 222.773 Κινέζων ασθενών με διαβήτη τύπου 2 σε 630 νοσοκομεία από 106 πόλεις σε 30 επαρχίες της Κίνας το 2012. Τεκμηριώσαμε δημογραφικές πληροφορίες και κλινικά προφίλ. Η μη θανατηφόρα καρδιαγγειακή νόσος ορίστηκε ως μη-θανατηφόρα στεφανιαία καρδιακή νόσος ή μη θανατηφόρο αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο επιπολασμός των μη θανατηφόρων καρδιαγγειακών νόσων τυποποιήθηκε στον κινεζικό πληθυσμό το 2011. Διεξήγαμε ανάλυση λογιστικής παλινδρόμησης για να λάβουμε λόγους πιθανοτήτων (OR) για τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου σε ασθενείς με διαβήτη πρώιμης έναρξης σε σχέση με διαβήτη όψιμης έναρξης τύπου 2. Επειδή το CNHSS δεν περιείχε ασθενείς με βάση μόνο τη διατροφή ή τον τρόπο ζωής θεραπείας και δεν λάβαμε πληροφορίες σχετικά με το κάπνισμα ή τη θεραπεία με λιπίδια ή την αντιυπερτασική αγωγή, επικυρώσαμε τα ευρήματά μας σε ένα άλλο σύνολο δεδομένων από μια συγχρονική, πολυκεντρική μελέτη παρατήρησης (τη μελέτη 3Β) εξωτερικών ασθενών με διαβήτη τύπου 2 για να επιβεβαιώσουμε ότι ο αποκλεισμός των ασθενών με τη θεραπεία δίαιτας και μόνο και μη προσαρμογής για φάρμακα μείωσης των λιπιδίων και αντιυπερτασικά φάρμακα, δεν παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις στην κύρια ανάλυση.
Ευρήματα
Από τους 222.773 ασθενείς που εντάχθηκαν από την 1η Απριλίου 2012, έως τις 30 Ιουνίου 2012, 24.316 (11%) είχαν μη-θανατηφόρα καρδιαγγειακή νόσο. Οι ασθενείς με πρώιμη εμφάνιση διαβήτη είχαν υψηλότερο προσαρμοσμένο κατά ηλικία επιπολασμό μη-θανατηφόρας καρδιαγγειακής νόσου απ' ό,τι οι ασθενείς με όψιμη εμφάνιση διαβήτη (11,1% έναντι 4,9%, p<0,0001). Μετά από προσαρμογή για την ηλικία και το φύλο, οι ασθενείς με πρώιμη έναρξη διαβήτη τύπου 2 είχαν υψηλότερο κίνδυνο μη-θανατηφόρας καρδιαγγειακής νόσου από εκείνους στην ομάδα με τον διαβήτη όψιμης έναρξης τύπου 2 (OR 1,91, 95% ΔΕ 1,81-2,02). H ρύθμιση για τη διάρκεια του διαβήτη εξασθένισε σε μεγάλο βαθμό το μέγεθος της επίδρασης για τον κίνδυνο μη θανατηφόρας καρδιαγγειακής νόσου (1,13, 1,06-1,20). Τα αποτελέσματα της μελέτης επαλήθευσης έδειξαν ότι ο αποκλεισμός των ασθενών με βάση τη δίαιτα μόνο και μη προσαρμογή για τη μείωση των λιπιδίων και των αντιυπερτασικών φαρμάκων, οδήγησε σε οριακές αλλαγές στους λόγους OR για τον κίνδυνο μη-θανατηφόρας καρδιαγγειακής νόσου σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 πρώιμης έναρξης έναντι διαβήτη τύπου 2 όψιμης έναρξης. Ο διαβήτης τύπου 2 πρώιμης έναρξης παρέμεινε συσχετισμένος με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών νόσων, που οφείλεται στη μεγαλύτερη διάρκεια του διαβήτη.
Ερμηνεία
Οι Κινέζοι ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 πρώιμης έναρξης ενέχουν αυξημένο κίνδυνο μη θανατηφόρας καρδιαγγειακής νόσου, που ως επί το πλείστον οφείλεται στην μεγαλύτερη διάρκεια του διαβήτη.

νέα από το AHA 2015

-
-
- Σύντομα νέα από το AHA 2015
Μελέτη SPRINT – Τα αποτελέσματα της μελέτης SPRINT ήταν ίσως το πιο πολυσυζητημένο θέμα των AHA Scientific Sessions 2015 στο Orlando. Η κλινική αυτή μελέτη, η οποία τυχαιοποίησε 9.361 υπερτασικά άτομα άνω των 50 ετών χωρίς σακχαρώδη διαβήτη, σε αντιυπερτασική αγωγή με θεραπευτικό στόχο είτε τα 140 mmHg (συνήθης αγωγή) είτε τα 120 mmHg (εντατική αγωγή), έδειξε μείωση του πρωτεύοντος καταληκτικού σημείου (έμφραγμα ή άλλο οξύ στεφανιαίο σύνδρομο, ΑΕΕ, καρδιακή ανεπάρκεια, θάνατος από καρδιαγγειακά αίτια) στο σκέλος της εντατικής αγωγής (1,65% ετήσια επίπτωση του πρωτεύοντος σημείου έναντι 2,19% στην ομάδα της συνήθους αγωγής, λόγος κινδύνου 0,75 - 95% διάστημα αξιοπιστίας 0,64-0,89, p<0,001) μετά από διάμεση παρακολούθηση 3,26 ετών. Αξιοσημείωτο είναι ότι στο σκέλος της εντατικής αγωγής μειωμένη ήταν και η συνολική θνησιμότητα (λόγος κινδύνου 0,73 - 95% διάστημα αξιοπιστίας 0,60-0,90, p=0,003). Στην ομάδα της εντατικής αγωγής σημειώθηκαν αυξημένα ποσοστά υπότασης, συγκοπής (αλλά όχι τραυματισμών από πτώσεις), ηλεκτρολυτικών διαταραχών και οξείας νεφρικής βλάβης. Τα αποτελέσματα αυτά σαφώς θέτουν ζήτημα ως προς τους στόχους της αντιυπερτασικής αγωγής στην κλινική πράξη. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθούν ορισμένα σημεία που αφορούν τον πληθυσμό της SPRINT. Εκτός από τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά, οι ασθενείς που περιελήφθησαν ήταν αυξημένου καρδιαγγειακού κινδύνου, χωρίς ιστορικό ΑΕΕ και με συστολική αρτηριακή πίεση μετά από 1 λεπτό ορθοστασίας τουλάχιστον 110 mmHg. Επιπλέον, ο αριθμός των ασθενών που έπρεπε να θεραπευτούν με εντατική αγωγή για να αποφευχθεί ένα συμβάν από το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν 61, για να αποφευχθεί ένας θάνατος 83 και για να αποφευχθεί ένας καρδιαγγειακός θάνατος 167 (αρκετά υψηλοί ΝΝΤ, αν και αυτό αφορά τα περίπου 3,5 χρόνια της μελέτης, ενώ η αντιυπερτασική αγωγή συνήθως είναι ισόβια). Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα της SPRINT, αν και είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν σε προσαρμογή των σχετικών Κατευθυντήριων Οδηγιών, δεν αφορούν αδιακρίτως το σύνολο των ασθενών με υπέρταση, ενώ σε κάθε θεραπευτική απόφαση καλό θα είναι να εξηγείται στον ασθενή η σχέση μεταξύ του αναμενόμενου οφέλους και των συνεπαγόμενων ανεπιθύμητων συμβαμάτων, ιδιαίτερα μάλιστα όταν θεραπεύουμε παράγοντες κινδύνου και όχι νοσήματα.        
Μελέτη DAPT: DAPT score – Στον επεμβατικό χώρο ίσως η πιο ενδιαφέρουσα ανακοίνωση αφορούσε τον υπολογισμό μιας βαθμολογίας κινδύνου ισχαιμικών/αιμορραγικών επεισοδίων με βάση τη μελέτη  DAPT, η οποία εστίασε στους ασθενείς οι οποίοι δεν είχαν πάρει paclitaxel-eluting stent (αφού αυτού του είδους τα stent δεν χρησιμοποιούνται πλέον) και δεν είχαν παρουσιάσει ισχαιμικό ή αιμορραγικό σύμβαμα στους 12 μήνες (11.648 ασθενείς). Υπενθυμίζεται ότι οι ασθενείς αυτοί τυχαιοποιήθηκαν είτε σε συνέχιση της διπλής αντιαιμοπεταλιακής αγωγής για ακόμα 18 μήνες είτε σε διακοπή αυτής (συνέχιση με ένα αντιαιμοπεταλιακό). Τα βασικά αποτελέσματα της μελέτης είχαν δείξει ότι υπήρχε όφελος από την παρατεταμένη αγωγή, αλλά με σημαντική αύξηση των αιμορραγικών επιπλοκών. Το DAPT score έρχεται να διαστρωματώσει τους ασθενείς σε δύο κατηγορίες, εκείνους με score από -2 έως 1 και εκείνους με score μεγαλύτερο ή ίσο του 2. Φαίνεται ότι οι ασθενείς της δεύτερης κατηγορίας έχουν μεγαλύτερο όφελος από την παρατεταμένη διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή σε συνδυασμό με μικρότερο κίνδυνο αιμορραγίας. Συγκεκριμένα, στην ομάδα με υψηλό score DAPT ο αριθμός ασθενών που έπρεπε να λάβουν παρατεταμένη διπλή θεραπεία για να αποφευχθεί ένα κλινικό σύμβαμα (θάνατος, έμφραγμα ή ΑΕΕ) ήταν 34 (number needed to treat), ενώ ο αριθμός ασθενών που έπρεπε να λάβουν παρατεταμένη θεραπεία για να προκληθεί μια αιμορραγική επιπλοκή ήταν 272 (number needed to harm). Αντίθετα, στην κατηγορία των ασθενών με score DAPT 1 ή χαμηλότερο οι αντίστοιχοι αριθμοί ήταν 153 και 64 αντίστοιχα. Οι παράγοντες που περιλαμβάνονται στον υπολογισμό της βαθμολογίας είναι: ηλικία 65-74 ετών (-1 βαθμός), ηλικία ≥75 ετών (-2 βαθμοί), διαβήτης (1 βαθμός), κάπνισμα (1 βαθμός), παλαιότερο ιστορικό εμφράγματος ή PCI (1 βαθμός), καρδιακή ανεπάρκεια ή κλάσμα εξώθησης <30% (2 βαθμοί), PCI στα πλαίσια εμφράγματος του μυοκαρδίου (1 βαθμός), PCI σε φλεβικό μόσχευμα (2 βαθμοί), διάμετρος stent <3 mm (1 βαθμός) [http://www.daptstudy.org/for-clinicians/score_calculator.htm]. Με τη βοήθεια αυτής της βαθμολογίας μπορούμε ενδεχομένως να διαχωρίσουμε τους ασθενείς στους οποίους ο αυξημένος αιμορραγικός κίνδυνος εκ της παρατεταμένης αγωγής ακυρώνει το όφελος από την πρόληψη ισχαιμικών συμβαμάτων, αν και θα πρέπει να τονιστεί ότι το σχήμα αυτό διαστρωμάτωσης χρειάζεται να επικυρωθεί προοπτικά σε διαφορετική κοόρτη ασθενών (validation cohort) προκειμένου να μπορούμε πραγματικά να μιλήσουμε για μια αλλαγή στη συνήθη αγωγή των ασθενών που υποβάλλονται σε PCI.
Καταλληλότητα των πραγματοποιούμενων αγγειοπλαστικών στις ΗΠΑ και διαχρονικές τάσεις – Μελετήθηκαν δεδομένα από 2,7 εκατομμύρια PCI που καταχωρήθηκαν στην καταγραφή NCDR CathPCI Registry κατά τα έτη 2010-2014 σε 766 νοσοκομεία των ΗΠΑ. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα οι «μη οξείες» (δηλαδή σε ασθενείς χωρίς οξύ στεφανιαίο σύνδρομο) PCI μειώθηκαν κατά περίπου 34%. Από αυτές, η αναλογία των PCI που χαρακτηρίστηκαν ως “inappropriate” (δηλαδή η ένδειξή τους δεν πληρούσε τα κριτήρια καταλληλότητας που έχουν δημοσιευθεί στις ΗΠΑ) μειώθηκε από το 26% το 2010 στο 13% το 2014. Η χρήση του FFR (κλασματικής εφεδρείας ροής) αυξήθηκε από το 8% στο 31%. Το ποσοστό των ασθενών που είχαν μέτρια ως σοβαρή στηθάγχη (CCS III/IV) αυξήθηκε από το 16% στο 38%, ενώ το ποσοστό εκείνων που είχαν υψηλού κινδύνου ευρήματα στον αναίμακτο έλεγχο αυξήθηκε από το 22% στο 33%.
Αποτελεσματικότητα της βαρενικλίνης στη διακοπή του καπνίσματος σε ασθενείς με ΟΣΣ – Στη μελέτη EVITA 302 καπνιστές (τουλάχιστον 10 τσιγάρα ημερησίως, μέσος όρος 21, μέση διάρκεια ιστορικού καπνίσματος 36 έτη) ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο (56% STEMI, 38% non-STEMI, 6% ασταθής στηθάγχη) τυχαιοποιήθηκαν σε βαρενικλίνη ή placebo για 12 εβδομάδες. Στους 6 μήνες, 47% των ασθενών από την ομάδα της βαρενικλίνης έναντι 33% των μαρτύρων απείχαν από το κάπνισμα (p=0,012, number needed to treat 6,8). Η αυτοαναφερόμενη αποχή από το κάπνισμα επιβεβαιωνόταν σε κάθε ασθενή με μέτρηση του εκπνεόμενου CO. 
Μελέτη PRADA – Στη μελέτη PRADA διερευνήθηκε κατά πόσον η προληπτική θεραπεία με καντεσαρτάνη ή μετοπρολόλη θα μπορούσε να προστατεύσει από την καρδιοτοξική δράση της χημειοθεραπείας (με σχήματα που περιελάμβαναν ανθρακυκλίνες με ή χωρίς τραστουζουμάμπη) σε 120 γυναίκες με καρκίνο του μαστού. Η χορήγηση καντεσαρτάνης συσχετίστηκε με μικρότερη μείωση του κλάσματος εξώθησης (p=0,03), όπως αυτό μετρήθηκε με MRI, πριν και μετά το τέλος της χημειοθεραπείας, ενώ δεν διαπιστώθηκε παρόμοια επίδραση της μετοπρολόλης.
Οι θωρακικές συμπιέσεις χωρίς διακοπή για εμφυσήσεις δεν πλεονεκτούν κατά την καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση – Στη μελέτη ROC συγκρίθηκαν σε 23.711 ενήλικες ασθενείς με μη σχετιζόμενη με τραύμα καρδιακή ανακοπή δύο πρακτικές ΚΑΡΠΑ: οι συνεχείς θωρακικές συμπιέσεις χωρίς διακοπή για εμφυσήσεις έναντι της κλασικής τεχνικής (εναλλαγή συμπιέσεων-εμφυσήσεων). Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν 9,0% στην ομάδα των χωρίς διακοπή θωρακικών συμπιέσεων έναντι 9,7% στην ομάδα ελέγχου (p=0,07). Η επιβίωση με καλό Rankin score (≤3) ήταν 7,0% και 7,7% αντίστοιχα (p=0,09).

Αρρυθμία της καρδιάς


Αρρυθμία της καρδιάς: Πόσο επικίνδυνη είναι;

Σε ποιες αιτίες μπορούν να οφείλονται οι αρρυθμίες και πότε πρέπει να συμβουλευτούμε καρδιολόγο;


Αρρυθμία της καρδιάς: Πόσο επικίνδυνη είναι; Γράφει η Βασιλική Γαλανούλη, Καρδιολόγος.

Ορισμός της αρρυθμίας είναι οι διαταραχές του καρδιακού ρυθμού. Οι αρρυθμίες μπορεί να είναι ανώδυνες, όπως μπορεί να είναι και πιο σοβαρές.

Αρρυθμίες που εμφανίζονται σε καρδιακή πάθηση, όπως στην στεφανιαία νόσο, είναι πάντα πιο σοβαρές και πιο επικίνδυνες από αυτές που εμφανίζονται σε υγιή άτομα.

Στα υγιή άτομα, η κλινική σημασία της αρρυθμίας είναι μηδαμινή και αποδίδεται σε άγχος, κόπωση, από υπερβολική εργασία, κάπνισμα, λήψη καφέ ή οινοπνευματώδη ποτών. Μερικές φορές η εμφάνιση αυτών των αρρυθμιών συνδυάζεται με εξωκαρδιακά αίτια όπως π.χ. υπερθυρεοειδισμό, έλκος στομάχου, χολοκυστοπάθεια, κολίτιδα.

Η διάγνωση του τύπου της αρρυθμίας από την οποία πάσχει το άτομο γίνεται μέσω holder ρυθμού και είναι πάντα φρόνιμο να συμβουλευτεί τον καρδιολόγο για την διάγνωση της αρρυθμίας από την οποία πάσχει.

Οι αθώες αρρυθμίες συνήθως είναι ασυμπτωματικές, όμως μπορεί να συνοδεύονται όπως και στις πιο σοβαρές, από αίσθημα παλμών, ζάλη, αδυναμία.

Οι σοβαρότερες αρρυθμίες που οφείλονται σε κάποια πάθηση της καρδιάς, έχουν συνήθως πιο έντονα συμπτώματα ζάλης, αίσθημα παλμών και αδιαθεσίας που μπορεί να συνοδεύονται από υπόταση και να καταλήξουν και σε επεισόδια απώλειας συνειδήσεως.

Είναι σοφό όταν διαπιστώσουμε ότι η καρδιά μας χτυπάει άρρυθμα, να συμβουλευτούμε τον καρδιολόγο μας.
iatronet

Στεγνώνει η αγορά από φάρμακα

Στεγνώνει η αγορά από φάρμακα

Στεγνώνει η αγορά από φάρμακα
Οι ελλείψεις σε πολλά φάρμακα έχουν παρατηρηθεί εδώ και αρκετό καιρό σε όλη την αγορά. Ωστόσο, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου Κωνσταντίνο Λουράντο, όσο περνάει ο καιρός εντείνονται και αυτές τις μέρες παρατηρούνται ελλείψεις σε αντικαρκινικά, αντιϋπερτασικά, αντιελκωτικά, αντιψυχωτικά  φάρμακα, καθώς και σε σκευάσματα που αφορούν το στομάχι, την θεραπεία του προστάτη, τη  νόσο Παρκινσον και την οστεοπόρωση.
Επιπροσθέτως, συνεχίζουν οι ελλείψεις στα εμβόλια PENTAVAK, TETRAVAK, INFARIX  TETRA ενώ το γνωστό σε όλους ΖΑΝΤΑC  λείπει από τα ράφια των φαρμακείων εδώ και καιρό.
Σύμφωνα με τον κ. Λουράντο, οι ασθενείς με οστεοπόρωση καθημερινά περνούν ένα γολγοθά, πολύ συχνά χωρίς αποτέλεσμα, για να βρουν το φάρμακο τους . «Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση πολυεθνικής εταιρείας η οποία  ουσιαστικά είναι σαν  να μην υπάρχει στην αγορά διότι δεν έχει κανένα φάρμακο να διαθέσει» επισημαίνει ο κ. Λουράντος.
Ο κ. Λουράντος αφήνει αιχμές και κατά των εξαγωγών των φαρμακαποθηκών και των φαρμακευτικών εταιρειών και ζητά από το Υπουργείο Υγείας και τον ΕΟΦ να προβούν σε ελέγχους.  Είναι αναγκαίο, τονίζει ο πρόεδρος του ΠΦΣ, να δημιουργηθεί ένα αξιόπιστο σύστημα ελέγχου των παράλληλων εξαγωγών το οποίο ταυτόχρονα  να συγκρίνει τα σκευάσματα και τις ποσότητες  των εξαγωγών με τις εισαχθείσες ποσότητες και τις αντίστοιχες ελλείψεις  της  ελληνικής αγοράς.
Την άμεση κάλυψη των ελλείψεων σε αντιρετροϊκά φάρμακα ζητά ο Ιατρικός Σύλλογος
Εκτός από τους φαρμακοποιούς και ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών, (ΙΣΑ) με επιστολή του στο Υπουργείο Υγείας επισημαίνει ότι πολλοί οροθετικοί ασθενείς έχουν επικοινωνήσει με το Σύλλογο και έχουν αναφέρει ότι υπάρχουν ελλείψεις αντιρετροϊκών φαρμάκων σε πολλά Νοσοκομεία της χώρας και δεν μπορούν να λάβουν την θεραπεία τους.
Αυτό που αναφέρει ο πρόεδρος του Συλλόγου κ. Γιώργος Πατούλης, είναι ότι τους τελευταίους μήνες παρατηρούνται επαναλαμβανόμενες ελλείψεις στα συγκεκριμένα σκευάσματα στα δημόσια νοσοκομεία όλης της χώρας κι αυτό, παρά το ότι οι ανάγκες ανά νοσοκομείο είναι καταγεγραμμένες για τους υπάρχοντες ασθενείς και προβλέψιμες για τους νέους ασθενείς λόγω της υποχρεωτικής και κεντρικής καταγραφής και παρακολούθησης όλων των νέων κρουσμάτων.
Σύμφωνα με τον κ. Πατούλη, οι ελλείψεις αυτές έχουν ως συνέπεια την αύξηση του κινδύνου αποτυχίας της συγκεκριμένης αγωγής  για τους οροθετικούς ασθενείς  και την αποσταθεροποίηση της υγείας τους. Γιατό ζητ΄ααπό την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας να μεριμνήσει ώστε να καλυφθούν οι ελλείψεις αυτές και να λάβουν μέρα να μην συμβεί η κατάσταση αυτή στο μέλλον.

Ανθή Αγγελοπούλου
medisin