Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2016

πρόληψη της στεφανιαίας νόσου

Οι νέες οδηγίες για την πρόληψη της στεφανιαίας νόσου

Πολύ πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Καρδιολογική Εταιρεία σε συνεργασία με εκπροσώπους από άλλες εννιά επιστημονικές εταιρείες, διαμόρφωσαν τις νέες οδηγίες για την πρόληψη των καρδιαγγειακών παθήσεων.

Πολύ πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Καρδιολογική Εταιρεία σε συνεργασία με εκπροσώπους από άλλες εννιά επιστημονικές εταιρείες, διαμόρφωσαν τις νέες οδηγίες για την πρόληψη των καρδιαγγειακών παθήσεων.
Για την ιστορία πρέπει να αναφερθεί πως μέχρι το 1990 κάθε χώρα είχε τις δικές της οδηγίες, ενώ οι πρώτες κοινές οδηγίες διαμορφώθηκαν το 1994. Το 1998 οι οδηγίες αναθεωρήθηκαν από τη 2η ομάδα εργασίας και το 2003 η 3η ομάδα εργασίας τις αναβάθμισε περαιτέρω.
Έτσι, φτάσαμε στις πλέον ενημερωμένες οδηγίες του 2007 οι οποίες διαμορφώνονται από τις πλέον πρόσφατες επιδημιολογικές μελέτες. Ας τις εξετάσουμε όμως πιο αναλυτικά.
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις αποτελούν την κύρια αιτία πρόωρων θανάτων στην Ευρώπη. Το 2000 οι καρδιαγγειακές παθήσεις αποτελούσαν την αιτία περισσότερων των 4 εκατομμυρίων θανάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι περισσότερες των περιπτώσεων σχετίζονται έντονα με τον τρόπο ζωής γι’ αυτό ακριβώς υπάρχουν πολλά που μπορεί κάποιος να κάνει για να προλάβει την εξέλιξη της στεφανιαίας νόσου πριν αυτή φθάσει σε κατάσταση μη αναστρέψιμη.
 Έμφαση δίνεται στους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο οι οποίοι μπορούν να τροποποιηθούν. Αυτοί αφορούν κυρίως τον τρόπο ζωής και τη διατήρηση των επιπέδων των λιπιδίων και της αρτηριακής πίεσης του αίματος σε φυσιολογικά επίπεδα μέσα από τη φυσική δραστηριότητα, τον έλεγχο του βάρους, την μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, τον περιορισμό του αλατιού, την κατανάλωση φρέσκων φρούτων και λαχανικών καθώς και γαλακτοκομικών προϊόντων χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά.
Στο σημείο αυτό οι καινούριες οδηγίες διαφέρουν από τις προηγούμενες. Δίνουν δηλαδή μεγαλύτερη έμφαση όχι στην πρόληψη μέσω φαρμάκων αλλά κυρίως μέσα από τη φυσική δραστηριότητα, τον έλεγχο του σωματικού βάρους και του τρόπου ζωής και διατροφής.
Για να αξιολογηθεί δε ο δεκαετής κίνδυνος καρδιαγγειακής νόσου που διατρέχει κάποιος έχει καταρτιστεί ο βαθμολογημένος πίνακας με το όνομα SCORE.
Διατροφή
Οι ανανεωμένες οδηγίες τονίζουν πως η σχέση ανάμεσα στην πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών, επιπέδων χοληστερόλης του αίματος και συχνότητας των καρδιαγγειακών παθήσεων είναι όχι μόνο ισχυρή αλλά και αιτιακή. Τα ω-3 λιπαρά οξέα με τη σειρά τους φαίνεται να προστατεύουν από μοιραία επεισόδια ασθενείς που έχουν ήδη υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Η πρόσληψη άλατος (χλωριούχο νάτριο) επηρεάζει δυσμενώς την αρτηριακή πίεση και τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Χαρακτηριστικό επίσης είναι πως μελέτες παρέμβασης με συμπληρώματα βιταμινών απέτυχαν στο να δείξουν προστατευτική δράση έναντι των καρδιοπαθειών.
Τέλος, ευεργετική καρδιοπροστατευτική δράση φαίνεται να έχουν συγκεκριμένα μοντέλα-πρότυπα διατροφικών συνηθειών που περιλαμβάνουν αυξημένη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, έλαιων πλούσιων σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (όπως το ελαιόλαδο) και γαλακτοκομικών προϊόντων χαμηλών λιπαρών.
Ένα χαρακτηριστικό τέτοιο διατροφικό πρότυπο είναι αυτό της Μεσογειακής Διατροφής.
Οι οδηγίες δεν παραλείπουν να αναφέρουν πως η διαιτολογία αποτελεί ένα ακέραιο και ξεχωριστό μέρος της αντιμετώπισης των παραγόντων κινδύνου του καρδιαγγειακού ασθενή. Ο τελευταίος, αλλά και όλοι όσοι έχουν αυξημένο κίνδυνο δικαιούται υπεύθυνη και επαγγελματική πληροφόρηση σχετικά με τα τρόφιμα και τις διαιτητικές επιλογές που μειώνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Η εξατομίκευση των οδηγιών πρέπει να επιτυγχάνει τη χρυσή τομή ανάμεσα σε ποικιλία υγιεινών τροφίμων, μετρίων επιπέδων φυσικής δραστηριότητας ανάλογα με την ηλικία του ατόμου και πιθανών παραγόντων κινδύνου που συνυπάρχουν (κάπνισμα, υπέρταση, διαβήτης, παχυσαρκία, δυσλιπιδαιμία, φύλο, κληρονομικότητα).
Παχυσαρκία
Στις νέες κατευθυντήριες γραμμές γίνεται ιδιαίτερη μνεία στην παχυσαρκία. Το σωματικό βάρος και ο διαβήτης αποτελούν τους μόνους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου που εμφανίζουν συνεχή αύξηση στο πέρασμα του χρόνου. Η παχυσαρκία παίρνει πλέον διαστάσεις παγκόσμιας επιδημίας σε ενήλικες και δυστυχώς σε παιδιά.
Εκτιμάται πως σε ολόκληρο τον κόσμο 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι είναι υπέρβαροι και 300 εκατομμύρια είναι παχύσαρκοι.
Το ανησυχητικό πλέον εύρημα είναι πως το ενδοκοιλιακό σπλαχνικό λίπος πλέον θεωρείται ένα μεταβολικό ενδοκρινικό όργανο που απελευθερώνει ουσίες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην καρδιαγγειακή ομοιόσταση. Το αυξημένο σωματικό βάρος σχετίζεται με αυξημένο αριθμό θανάτων από καρδιαγγειακά μέσω της αύξησης της αρτηριακής πίεσης, της ολικής χοληστερίνης και μείωσης της ‘καλής χοληστερίνης’.
Η έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για την Παχυσαρκία υποδεικνύει επιπρόσθετα τη χρήση της περιφέρειας μέσης, εκτός από τον δείκτη μάζας σώματος, για την περαιτέρω συμβουλευτική του ατόμου. Έτσι, άντρες με περιφέρεια μέσης από 94 - 102 εκ.
και γυναίκες μεταξύ 80 – 88 παροτρύνονται να μην πάρουν περισσότερο βάρος, ενώ αυτοί με μεγαλύτερη περιφέρεια μέσης θα πρέπει να μειώσουν το σωματικό τους βάρος.
Ο καλύτερος τρόπος είναι ο περιορισμός της πρόσληψης θερμίδων και η ενσωμάτωση της σωματικής άσκησης στη ζωή μας. Χαρακτηριστικό είναι πως η ευεργετική δράση της άσκησης στο ενδοκοιλιακό λίπος συμβαίνει πριν την έναρξη της απώλειας βάρους.
Διάφορες δίαιτες έχουν δοκιμαστεί για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας. Η πιο δημοφιλής προσέγγιση είναι αυτή της δίαιτας χαμηλού λίπους, η οποία έχει επιπρόσθετα έντονη επίδραση στην ‘κακή χοληστερίνη’. Η συνολική πρόσληψη λίπους θα πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 25% - 35% της συνολικά προσλαμβανόμενης ενέργειας ενώ η πρόσληψη των κορεσμένων και των τρανς λιπαρών οξέων θα πρέπει να είναι μικρότερη του 7% της συνολικά προσλαμβανόμενης ενέργειας.
Μια άλλη προσέγγιση είναι αυτή της δίαιτας χαμηλών υδατανθράκων, η οποία φαίνεται πως βραχυπρόσθεσμα είναι αποτελεσματική στην απώλεια βάρους, στη μείωση των τριγλυκεριδίων και στην αύξηση της ‘καλής χοληστερίνης’. Οι μακροχρόνιες επιδράσεις της είναι ακόμα υπό αμφισβήτηση.
Προσοχή επίσης συνίσταται στην κατανάλωση αλκοόλ, μια και αυτό αποτελεί κύρια πηγή θερμίδων.
Συμπερασματικά, απαιτείται μακροχρόνια αλλαγή της συμπεριφοράς του ατόμου και η συμπεριφοριστική και η γνωσιακή-συμπεριφοριστική θεραπεία μπορούν να δράσουν επικουρικά στη δίαιτα και τη σωματική άσκηση.
Σωματική άσκηση
Η Ευρωπαϊκή Καρδιολογική Εταιρεία έχει καταλήξει στο ότι η έλλειψη συστηματικής φυσικής δραστηριότητας παίζει ρόλο στην πρόωρη εμφάνιση και εξέλιξη της στεφανιαίας νόσου. Από την άλλη πλευρά, οποιαδήποτε αύξηση της σωματικής δραστηριότητας αποβαίνει τελικά ευεργετική για την υγεία και οι μικρές περίοδοι άσκησης δρουν προσθετικά.
Η άσκηση παίρνει ιδιαίτερο νόημα όταν αναφερόμαστε στις νεαρές ηλικίες.
Τα παιδιά των ευρωπαϊκών χωρών είναι λιγότερο δραστήρια σε σχέση με το παρελθόν και αυτό πλέον αποτελεί πρόβλημα δημόσιας υγείας. Περισσότεροι από τους μισούς έφηβους αδρανοποιούνται σωματικά μετά την λήξη της σχολικής περιόδου.
Οι ενήλικες με τη σειρά τους υιοθετούν ένα καθιστικό τρόπο ζωής και εργασίας, γεγονός που διπλασιάζει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου και καρδιαγγειακής νόσου.
Η αποφυγή ενός τέτοιου τρόπου ζωής μπορεί να χαρίσει σε έναν ενήλικα από 1,5 – 3,5 χρόνια επιπλέον ζωής. Τα παιδιά θα πρέπει να ασκούνται καθημερινά με απώτερο στόχο τουλάχιστον μισή ώρα άσκησης, με επιθυμητά υψηλά επίπεδα έντασης περίπου 60% - 75% του μέγιστου καρδιακού ρυθμού, τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας.
Παραδείγματα δραστηριότητας μπορούν να είναι το γρήγορο περπάτημα, το τζόκινγκ, η ποδηλασία, η κολύμβηση, η ενασχόληση με τον σπιτικό κήπο, ο αερόβιος χορός, το τέννις ή το γκολφ. Ο ρόλος της άσκησης είναι σημαντικός ακόμα και για τους ηλικιωμένους, τους ασθενείς με στεφανίαια νόσο ή καρδιακή ανεπάρκεια.
Κληρονομικότητα-γενετικά τεστ
Οι ανανεωμένες οδηγίες κάνουν αναφορά, εκτός των άλλων, στον ρόλο της κληρονομικότητας και στα διάφορα γενετικά τεστ εκτίμησης του καρδιαγγειακού κινδύνου. Ο κίνδυνος καρδιαγγειακής νόσου αυξάνεται όταν υπάρχει θετικό ιστορικό συγγενούς πρώτου, δεύτερου ή τρίτου βαθμού, όταν ο αριθμός των μελών της οικογένειας με στεφανιαία νόσο αυξάνει και όσο μικρότερη είναι η ηλικία στην οποία τα μέλη της οικογένειας εμφάνισαν τη νόσο.
Όσον αφορά τη σχέση συγκεκριμένων γονιδίων με τον κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Υπάρχουν πολλά υποψήφια γονίδια τα οποία έχουν ήδη εξεταστεί. Επίσης έχουν εξεταστεί διάφοροι μονονουκλεοτιδικοί πολυμορφισμοί γονιδίων (SNPs), οι οποίοι ορίζονται ως εκδοχές γενετικών αλληλουχιών που απαντώνται σε πληθυσμιακή συχνότητα μεγαλύτερη του 1%.
Μερικά παραδείγματα γονιδίων είναι αυτά που εμπλέκονται στη ρύθμιση του μεταβολισμού των λιπιδίων (APOE, APOB, LPL, CETP, PAI1, GIIb/GIIa, FV) και τα γονίδια ρύθμισης της λειτουργίας του ενδοθηλίου (eNOS, MTHFR, ACE). Η σχέση όλων αυτών με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο φαίνεται να είναι μέτρια.
Έτσι, τα υπάρχοντα γενετικά τεστς δεν συμβάλλουν σημαντικά στη διάγνωση ή στην αντιμετώπιση της νόσου. Χρειάζεται περισσότερη έρευνα ώστε στο μέλλον ίσως να μπορούν να αναγνωριστούν άτομα υψηλού κινδύνου και να προσαρμοστεί κατάλληλα η θεραπεία.
Ανακεφαλαιώνοντας, θα παρατηρούσαμε πως από το 1970 στις χώρες της δυτικής Ευρώπης οι θάνατοι από καρδιαγγειακά παρουσιάζουν μείωση, κάτι που στις χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης συμβαίνει μόλις τα τελευταία χρόνια.
Αν κανείς συνυπολογίσει πως η προαναφερόμενη μείωση φαίνεται να προέρχεται από αλλαγές στον τρόπο διατροφής και αποφυγή του καπνίσματος σε πληθυσμιακό επίπεδο, τότε σίγουρα γίνονται εμφανείς οι 2 κύριοι στόχοι στους οποίους πρέπει να εστιάσουν οι πληθυσμοί των χωρών της ανατολικής Ευρώπης, όπως η Ελλάδα.
Έτσι, θα κατορθώσει και η χώρα μας να πλησιάσει τους ρυθμούς μείωσης των θανάτων που εμφανίζουν οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες.

Διατροφικές αλλαγές για πιο υγιή καρδιά

Διατροφικές αλλαγές για πιο υγιή καρδιά

Τι αλλαγές μπορούμε να κάνουμε στη διατροφή μας για να προστατεύσουμε την υγεία της καρδιάς μας; Έξυπνες προτάσεις.

Δημοσίευση: 20 Ιανουαρίου 2016
Διατροφικές αλλαγές για πιο υγιή καρδιάΠηγή: go natural
Η καλή υγεία της καρδιάς μας είναι στενά συνδεδεμένη με τη διατροφή. Συνεπώς, πρέπει να φροντίζουμε να τρεφόμαστε σωστά Παρακάτω έχουμε μερικές έξυπνες προτάσεις για αλλαγές στη διατροφή που θα βοηθήσουν την καρδιά σας να είναι υγιής.

Ψάρια ψητά

Το πώς επιλέγουμε να μαγειρέψουμε τα ψάρια μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά. Αντί να τα τηγανίζουμε, τα ψήνουμε ή τα μαγειρεύουμε στο γκριλ. Τα πιο μαλακά ψάρια, καλύτερα να γίνονται στο φούρνο, ενώ τα πιο σφιχτά στο γκριλ. Σε σχέση με τα τηγανιτά, γλιτώνουμε πολλές θερμίδες, αλλά κυρίως όλα τα ανθυγιεινά κορεσμένα λιπαρά.

Γιαούρτι αντί για μαγιονέζα

Αν φτιάχνουμε μια σαλάτα με τόνο ή κοτόπουλο, αντικαθιστούμε την παχυντική μαγιονέζα με άπαχο γιαούρτι. Όχι μόνο παίρνουμε λιγότερες θερμίδες και λιπαρά, αλλά λαμβάνουμε και περισσότερη πρωτεΐνη και ασβέστιο.

Χρησιμοποιούμε λιναρόσπορο

Δεν χρειάζεται να στερηθούμε λίγα φρεσκοψημένα μπισκότα: αντί να χρησιμοποιήσουμε αυγά, ανακατεύουμε 3 κουταλιές της σούπας αλεσμένο λιναρόσπορο με λίγη baking powder σε 3 κουταλιές της σούπας νερό και προσθέτουμε φυτικές ίνες στο γλύκισμά μας!

Τρώμε πιο υγιεινά φρούτα

Τα φρούτα είναι διατροφικοί θησαυροί. Φυτικές ίνες, σύνθετοι υδατάνθρακες και όχι πολλές θερμίδες. Το μόνο που πρέπει να θυμόμαστε είναι να επιλέγουμε φρέσκα φρούτα και όχι κονσέρβες που μπορεί να περιέχουν σιρόπι.

Πορτοκάλι, όχι πορτοκαλάδα

Μάλλον θα ήταν καλύτερο να μην στύβουμε τα πορτοκάλια μας – και προφανώς να μην αγοράζουμε έτοιμους, συσκευασμένους χυμούς. Συγκριτικά, ένα ποτήρι χυμού περιέχει σχεδόν 21 γραμμάρια ζάχαρης και σχεδόν καθόλου φυτικές ίνες. Ένα μεγάλο πορτοκάλι περιέχει λιγότερη ζάχαρη και εξαπλάσια ποσότητα φυτικών ινών.

Λουκάνικο; Μόνο γαλοπούλα!

Αν νιώθετε πως θέλετε να μαγειρέψετε κάτι που χρειάζεται λουκάνικο επιλέξτε γαλοπούλας. Σιγοψήστε το με φασόλια και λαχανικά, που θα σας προσφέρουν πολύτιμες φυτικές ίνες και θα γλιτώσετε τα πολλά κορεσμένα λιπαρά που έχει το χοιρινό λουκάνικο.

Εναλλακτικές… παγωμένες νοστιμιές

Αντί να αναζητήσετε καταφύγιο στο παγωτό, μισή κούπα κατεψυγμένα blueberries με λίγο άπαχο γιαούρτι θα σας τονώσουν και θα σας γεμίσουν φυτικές ίνες και αντιοξειδωτικά. Επίσης, τα blueberries περιέχουν πολύ λίγες θερμίδες!
Επιμέλεια: Θοδωρής Διάκος

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

Δίαιτα και άσκηση ωφελούν ανθρώπους με καρδιακή ανεπάρκεια

  • Iatronet
Νέα έρευνα σε ανθρώπους με καρδιακή ανεπάρκεια έδειξε ότι αλλαγές στον τρόπο ζωής βελτιώνουν την καρδιακή λειτουργία και την ικανότητα άσκησης.
Αλλαγές στον τρόπο ζωής, που περιλαμβάνουν υγιεινή διατροφή και τακτική άσκηση, φαίνεται να βελτιώνουν την καρδιακή λειτουργία και την ικανότητα άσκησης σε ανθρώπους με συγκεκριμένο είδος καρδιακής ανεπάρκειας.
Η έρευνα περιέλαβε 100 παχύσαρκους ηλικιωμένους που έπασχαν από καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης της αριστερής κοιλίας.
Ερευνητές του Wake Forest University School of Medicine, με επικεφαλής τον Dr. Dalane Kitzman, χώρισαν τους συμμετέχοντες σε 4 ομάδες. Μόνο δίαιτα, μόνο άσκηση, δίαιτα και άσκηση και ομάδα ελέγχου που δεν έλαβε αγωγή.
Μετά από 10 εβδομάδες η αξιολόγηση της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου αποκάλυψε ότι όσοι ανήκαν στις 3 ομάδες αντιμετώπισης είχαν βελτίωση στην ικανότητα άσκησης. Οι ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν με δίαιτα και άσκηση είχαν σχεδόν τη διπλάσια βελτίωση στο συγκεκριμένο δείκτη.
Εκτός του ότι ενίσχυσαν την αντοχή τους για άσκηση, η έρευνα αποκάλυψε επίσης ότι η δίαιτα και η άσκηση μείωσαν την ποσότητα των λιπωδών κυττάρων των μυών στα πόδια, που μπορεί να βελτιώσει την ικανότητα άσκησης των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια.
Χρειάζεται περισσότερη έρευνα για τη διερεύνηση της επίδρασης της δίαιτας στη μυϊκή μάζα, δήλωσαν ερευνητές, αλλά τα ευρήματα στηρίζουν προσέγγιση όσον αφορά την αγωγή για την καρδιακή ανεπάρκεια που περιλαμβάνει τη δίαιτα και την άσκηση.
Τα αποτελέσματα δημοσιεύτηκαν στη διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού Journal of the American Medical Association.

Η τακτική άσκηση ωφελεί την καρδιά

Η τακτική άσκηση ωφελεί την καρδιά

  • Iatronet
Επισκόπηση ερευνών αποκαλύπτει ότι ακόμα και λίγη άσκηση, περιλαμβανομένης της ορθοστασίας, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακής νόσου.
Η τακτική άσκηση είναι αναγκαία για να διατηρείται υγιής η καρδιά και όσο περισσότερο ασκείτια κάποιος τόσο το καλύτερο, αναφέρουν ειδικοί από το Sports and Exercise Cardiology Council, του American College of Cardiology.
Οι ερευνητές εξέτασαν πρόσφατες έρευνες και ανακάλυψαν ότι ακόμα και λίγη άσκηση, περιλαμβανομένης της ορθοστασίας, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακής νόσου. Ακόμα μεγαλύτερες μειώσεις στον κίνδυνο μπορούν να επιτευχθούν με περισσότερη άσκηση, δήλωσαν οι ερευνητές.
Μόνο οι μισοί Αμερικανοί ακολουθούν τις συστάσεις για 150 λεπτά μέτριας ή 75 λεπτά έντονης άσκησης την εβδομάδα, σημείωσαν οι ερευνητές.
Η νέα έρευνα, επίσης επισκόπησε πρόσφατες μελέτες που υπέδειξαν ότι η υπερβολική αερόβια- όπως οι αγώνες αντοχής- μπορεί ενδεχομένως να βλάψει την καρδιά.
Ενώ η συγκεκριμένη πιθανότητα απαιτεί νέες έρευνες, οι τρέχουσες δείχνουν ότι ακόμα και για ανθρώπους με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα άσκησης τα οφέλη ξεπερνούν τους κινδύνους, σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of the American College of Cardiology.
Ο Dr. Michael Scott Emery δήλωσε ότι τα μέσα ενημέρωσης έχουν αγκαλιάσει την ιδέα ότι η άσκηση μπορεί ενδεχομένως να βλάψει την καρδιά και ότι αποσπούν την προσοχή μακριά από τα οφέλη της άσκησης ως πιθανής παρέμβασης για την πρόληψη της καρδιοπάθειας.
Η άσκηση μπορεί επίσης να βοηθήσει καρδιοπαθείς. Ωστόσο, η επισκόπηση έδειξε ότι μόνο στο 62% των ασθενών που είχαν υποστεί καρδιακή προσβολή συστάθηκε καρδιακή αποκατάσταση μετά την έξοδο από το νοσοκομείο.
Από αυτούς, μόνο το 23% πήγε σε περισσότερες από μια συνεδρίες αποκατάστασης. Επίσης, το 5% συμπλήρωσε περισσότερες από 36 συνεδρίες, έδειξε η έρευνα.
Ο Emery πιστεύει ότι οι διαθέσιμες ενδείξεις θα πρέπει να ωθήσουν τους γιατρούς να συστήσουν την χαμηλής και μέτριας έντασης άσκηση για την πλειοψηφία των ασθενών.

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2016

AHA 2015

Σύντομα νέα από το AHA 2015
Μελέτη SPRINT – Τα αποτελέσματα της μελέτης SPRINT ήταν ίσως το πιο πολυσυζητημένο θέμα των AHA Scientific Sessions 2015 στο Orlando. Η κλινική αυτή μελέτη, η οποία τυχαιοποίησε 9.361 υπερτασικά άτομα άνω των 50 ετών χωρίς σακχαρώδη διαβήτη, σε αντιυπερτασική αγωγή με θεραπευτικό στόχο είτε τα 140 mmHg (συνήθης αγωγή) είτε τα 120 mmHg (εντατική αγωγή), έδειξε μείωση του πρωτεύοντος καταληκτικού σημείου (έμφραγμα ή άλλο οξύ στεφανιαίο σύνδρομο, ΑΕΕ, καρδιακή ανεπάρκεια, θάνατος από καρδιαγγειακά αίτια) στο σκέλος της εντατικής αγωγής (1,65% ετήσια επίπτωση του πρωτεύοντος σημείου έναντι 2,19% στην ομάδα της συνήθους αγωγής, λόγος κινδύνου 0,75 - 95% διάστημα αξιοπιστίας 0,64-0,89, p<0,001) μετά από διάμεση παρακολούθηση 3,26 ετών. Αξιοσημείωτο είναι ότι στο σκέλος της εντατικής αγωγής μειωμένη ήταν και η συνολική θνησιμότητα (λόγος κινδύνου 0,73 - 95% διάστημα αξιοπιστίας 0,60-0,90, p=0,003). Στην ομάδα της εντατικής αγωγής σημειώθηκαν αυξημένα ποσοστά υπότασης, συγκοπής (αλλά όχι τραυματισμών από πτώσεις), ηλεκτρολυτικών διαταραχών και οξείας νεφρικής βλάβης. Τα αποτελέσματα αυτά σαφώς θέτουν ζήτημα ως προς τους στόχους της αντιυπερτασικής αγωγής στην κλινική πράξη. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθούν ορισμένα σημεία που αφορούν τον πληθυσμό της SPRINT. Εκτός από τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά, οι ασθενείς που περιελήφθησαν ήταν αυξημένου καρδιαγγειακού κινδύνου, χωρίς ιστορικό ΑΕΕ και με συστολική αρτηριακή πίεση μετά από 1 λεπτό ορθοστασίας τουλάχιστον 110 mmHg. Επιπλέον, ο αριθμός των ασθενών που έπρεπε να θεραπευτούν με εντατική αγωγή για να αποφευχθεί ένα συμβάν από το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν 61, για να αποφευχθεί ένας θάνατος 83 και για να αποφευχθεί ένας καρδιαγγειακός θάνατος 167 (αρκετά υψηλοί ΝΝΤ, αν και αυτό αφορά τα περίπου 3,5 χρόνια της μελέτης, ενώ η αντιυπερτασική αγωγή συνήθως είναι ισόβια). Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα της SPRINT, αν και είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν σε προσαρμογή των σχετικών Κατευθυντήριων Οδηγιών, δεν αφορούν αδιακρίτως το σύνολο των ασθενών με υπέρταση, ενώ σε κάθε θεραπευτική απόφαση καλό θα είναι να εξηγείται στον ασθενή η σχέση μεταξύ του αναμενόμενου οφέλους και των συνεπαγόμενων ανεπιθύμητων συμβαμάτων, ιδιαίτερα μάλιστα όταν θεραπεύουμε παράγοντες κινδύνου και όχι νοσήματα.        
Μελέτη DAPT: DAPT score – Στον επεμβατικό χώρο ίσως η πιο ενδιαφέρουσα ανακοίνωση αφορούσε τον υπολογισμό μιας βαθμολογίας κινδύνου ισχαιμικών/αιμορραγικών επεισοδίων με βάση τη μελέτη  DAPT, η οποία εστίασε στους ασθενείς οι οποίοι δεν είχαν πάρει paclitaxel-eluting stent (αφού αυτού του είδους τα stent δεν χρησιμοποιούνται πλέον) και δεν είχαν παρουσιάσει ισχαιμικό ή αιμορραγικό σύμβαμα στους 12 μήνες (11.648 ασθενείς). Υπενθυμίζεται ότι οι ασθενείς αυτοί τυχαιοποιήθηκαν είτε σε συνέχιση της διπλής αντιαιμοπεταλιακής αγωγής για ακόμα 18 μήνες είτε σε διακοπή αυτής (συνέχιση με ένα αντιαιμοπεταλιακό). Τα βασικά αποτελέσματα της μελέτης είχαν δείξει ότι υπήρχε όφελος από την παρατεταμένη αγωγή, αλλά με σημαντική αύξηση των αιμορραγικών επιπλοκών. Το DAPT score έρχεται να διαστρωματώσει τους ασθενείς σε δύο κατηγορίες, εκείνους με score από -2 έως 1 και εκείνους με score μεγαλύτερο ή ίσο του 2. Φαίνεται ότι οι ασθενείς της δεύτερης κατηγορίας έχουν μεγαλύτερο όφελος από την παρατεταμένη διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή σε συνδυασμό με μικρότερο κίνδυνο αιμορραγίας. Συγκεκριμένα, στην ομάδα με υψηλό score DAPT ο αριθμός ασθενών που έπρεπε να λάβουν παρατεταμένη διπλή θεραπεία για να αποφευχθεί ένα κλινικό σύμβαμα (θάνατος, έμφραγμα ή ΑΕΕ) ήταν 34 (number needed to treat), ενώ ο αριθμός ασθενών που έπρεπε να λάβουν παρατεταμένη θεραπεία για να προκληθεί μια αιμορραγική επιπλοκή ήταν 272 (number needed to harm). Αντίθετα, στην κατηγορία των ασθενών με score DAPT 1 ή χαμηλότερο οι αντίστοιχοι αριθμοί ήταν 153 και 64 αντίστοιχα. Οι παράγοντες που περιλαμβάνονται στον υπολογισμό της βαθμολογίας είναι: ηλικία 65-74 ετών (-1 βαθμός), ηλικία ≥75 ετών (-2 βαθμοί), διαβήτης (1 βαθμός), κάπνισμα (1 βαθμός), παλαιότερο ιστορικό εμφράγματος ή PCI (1 βαθμός), καρδιακή ανεπάρκεια ή κλάσμα εξώθησης <30% (2 βαθμοί), PCI στα πλαίσια εμφράγματος του μυοκαρδίου (1 βαθμός), PCI σε φλεβικό μόσχευμα (2 βαθμοί), διάμετρος stent <3 mm (1 βαθμός) [http://www.daptstudy.org/for-clinicians/score_calculator.htm]. Με τη βοήθεια αυτής της βαθμολογίας μπορούμε ενδεχομένως να διαχωρίσουμε τους ασθενείς στους οποίους ο αυξημένος αιμορραγικός κίνδυνος εκ της παρατεταμένης αγωγής ακυρώνει το όφελος από την πρόληψη ισχαιμικών συμβαμάτων, αν και θα πρέπει να τονιστεί ότι το σχήμα αυτό διαστρωμάτωσης χρειάζεται να επικυρωθεί προοπτικά σε διαφορετική κοόρτη ασθενών (validation cohort) προκειμένου να μπορούμε πραγματικά να μιλήσουμε για μια αλλαγή στη συνήθη αγωγή των ασθενών που υποβάλλονται σε PCI.
Καταλληλότητα των πραγματοποιούμενων αγγειοπλαστικών στις ΗΠΑ και διαχρονικές τάσεις – Μελετήθηκαν δεδομένα από 2,7 εκατομμύρια PCI που καταχωρήθηκαν στην καταγραφή NCDR CathPCI Registry κατά τα έτη 2010-2014 σε 766 νοσοκομεία των ΗΠΑ. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα οι «μη οξείες» (δηλαδή σε ασθενείς χωρίς οξύ στεφανιαίο σύνδρομο) PCI μειώθηκαν κατά περίπου 34%. Από αυτές, η αναλογία των PCI που χαρακτηρίστηκαν ως “inappropriate” (δηλαδή η ένδειξή τους δεν πληρούσε τα κριτήρια καταλληλότητας που έχουν δημοσιευθεί στις ΗΠΑ) μειώθηκε από το 26% το 2010 στο 13% το 2014. Η χρήση του FFR (κλασματικής εφεδρείας ροής) αυξήθηκε από το 8% στο 31%. Το ποσοστό των ασθενών που είχαν μέτρια ως σοβαρή στηθάγχη (CCS III/IV) αυξήθηκε από το 16% στο 38%, ενώ το ποσοστό εκείνων που είχαν υψηλού κινδύνου ευρήματα στον αναίμακτο έλεγχο αυξήθηκε από το 22% στο 33%.
Αποτελεσματικότητα της βαρενικλίνης στη διακοπή του καπνίσματος σε ασθενείς με ΟΣΣ – Στη μελέτη EVITA 302 καπνιστές (τουλάχιστον 10 τσιγάρα ημερησίως, μέσος όρος 21, μέση διάρκεια ιστορικού καπνίσματος 36 έτη) ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο (56% STEMI, 38% non-STEMI, 6% ασταθής στηθάγχη) τυχαιοποιήθηκαν σε βαρενικλίνη ή placebo για 12 εβδομάδες. Στους 6 μήνες, 47% των ασθενών από την ομάδα της βαρενικλίνης έναντι 33% των μαρτύρων απείχαν από το κάπνισμα (p=0,012, number needed to treat 6,8). Η αυτοαναφερόμενη αποχή από το κάπνισμα επιβεβαιωνόταν σε κάθε ασθενή με μέτρηση του εκπνεόμενου CO. 
Μελέτη PRADA – Στη μελέτη PRADA διερευνήθηκε κατά πόσον η προληπτική θεραπεία με καντεσαρτάνη ή μετοπρολόλη θα μπορούσε να προστατεύσει από την καρδιοτοξική δράση της χημειοθεραπείας (με σχήματα που περιελάμβαναν ανθρακυκλίνες με ή χωρίς τραστουζουμάμπη) σε 120 γυναίκες με καρκίνο του μαστού. Η χορήγηση καντεσαρτάνης συσχετίστηκε με μικρότερη μείωση του κλάσματος εξώθησης (p=0,03), όπως αυτό μετρήθηκε με MRI, πριν και μετά το τέλος της χημειοθεραπείας, ενώ δεν διαπιστώθηκε παρόμοια επίδραση της μετοπρολόλης.
Οι θωρακικές συμπιέσεις χωρίς διακοπή για εμφυσήσεις δεν πλεονεκτούν κατά την καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση – Στη μελέτη ROC συγκρίθηκαν σε 23.711 ενήλικες ασθενείς με μη σχετιζόμενη με τραύμα καρδιακή ανακοπή δύο πρακτικές ΚΑΡΠΑ: οι συνεχείς θωρακικές συμπιέσεις χωρίς διακοπή για εμφυσήσεις έναντι της κλασικής τεχνικής (εναλλαγή συμπιέσεων-εμφυσήσεων). Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν 9,0% στην ομάδα των χωρίς διακοπή θωρακικών συμπιέσεων έναντι 9,7% στην ομάδα ελέγχου (p=0,07). Η επιβίωση με καλό Rankin score (≤3) ήταν 7,0% και 7,7% αντίστοιχα (p=0,09).

Invasive strategy offers greater advantages in patients 80 years or older with non-ST-elevation myocardial infarction

  • The Lancet
Invasive strategy superior to conservative strategy in reducing composite events in non-ST-elevation myocardial infarction patients 80 years or older
Invasive strategy superior to conservative strategy in reducing composite events in non-ST-elevation myocardial infarction patients 80 years or older
Background
Non-ST-elevation myocardial infarction (NSTEMI) and unstable angina pectoris are frequent causes of hospital admission in the elderly. However, clinical trials targeting this population are scarce, and these patients are less likely to receive treatment according to guidelines. We aimed to investigate whether this population would benefit from an early invasive strategy versus a conservative strategy.
Methods
In this open-label randomised controlled multicentre trial, patients aged 80 years or older with NSTEMI or unstable angina admitted to 16 hospitals in the South-East Health Region of Norway were randomly assigned to an invasive strategy (including early coronary angiography with immediate assessment for percutaneous coronary intervention, coronary artery bypass graft, and optimum medical treatment) or to a conservative strategy (optimum medical treatment alone). A permuted block randomisation was generated by the Centre for Biostatistics and Epidemiology with stratification on the inclusion hospitals in opaque concealed envelopes, and sealed envelopes with consecutive inclusion numbers were made. The primary outcome was a composite of myocardial infarction, need for urgent revascularisation, stroke, and death and was assessed between Dec 10, 2010, and Nov 18, 2014. An intention to-treat analysis was used. This study is registered with ClinicalTrials.gov, number NCT01255540.
Findings
During a median follow-up of 1·53 years of participants recruited between Dec 10, 2010, and Feb 21, 2014, the primary outcome occurred in 93 (40·6%) of 229 patients assigned to the invasive group and 140 (61·4%) of 228 patients assigned to the conservative group (hazard ratio [HR] 0·53 [95% CI 0·41–0·69], p=0·0001). Five patients dropped out of the invasive group and one from the conservative group. HRs for the four components of the primary composite endpoint were 0·52 (0·35–0·76; p=0·0010) for myocardial infarction, 0·19 (0·07–0·52; p=0·0010) for the need for urgent revascularisation, 0·60 (0·25–1·46; p=0·2650) for stroke, and 0·89 (0·62–1·28; p=0·5340) for death from any cause. The invasive group had four (1·7%) major and 23 (10·0%) minor bleeding complications whereas the conservative group had four (1·8%) major and 16 (7·0%) minor bleeding complications.
Interpretation
In patients aged 80 years or more with NSTEMI or unstable angina, an invasive strategy is superior to a conservative strategy in the reduction of composite events. Efficacy of the invasive strategy was diluted with increasing age (after adjustment for creatinine and effect modification). The two strategies did not differ in terms of bleeding complications.

Η βραδυκαρδία δεν συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου

  • Iatronet
Ερευνητές  του Wake Forest Baptist Medical Center, διαπίστωσαν ότι καρδιακός παλμός κάτω των 50 χτύπων δεν συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.
Νέα έρευνα ανακάλυψε ότι η βραδυκαρδία δεν αποτελεί σημάδι ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου.
Ερευνητές του Wake Forest Baptist Medical Center, ανακάλυψαν ότι οι χτύποι της καρδιάς κυμαίνονται μεταξύ 60 και 100 το λεπτό σε έναν ενήλικα σε χαλάρωση, αλλά στη βραδυκαρδία χτυπά λιγότερες από 50 φορές το λεπτό. Η βραδυκαρδία μπορεί να προκαλέσει ζαλάδα, ρηχή αναπνοή, λιποθυμία ή πόνο στο θώρακα.
Ωστόσο, ερευνητές δήλωσαν ότι μέχρι τώρα δεν υπήρχαν έρευνες που να διαπιστώνουν ότι η βραδυκαρδία συμβάλλει στην ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου.
Ερευνητές διαπίστωσαν ότι καρδιακός παλμός κάτω των 50 χτύπων δεν συνδεόταν με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, άσχετα από το αν οι συμμετέχοντες λάμβαναν φάρμακα που τον άλλαζαν, όπως βήτα αναστολείς ή ανταγωνιστές ασβεστίου.
Ο ερευνητής Ajay Dharod, πιστεύει ότι η βραδυκαρδία μπορεί ενδεχομένως να είναι προβληματική σε ανθρώπους οι οποίοι λαμβάνουν φάρμακα που επίσης επιβραδύνουν τον καρδιακό παλμό.
Πρόσθεσε ότι χρειάζεται νέα έρευνα για να εντοπιστεί αν η σχέση συνδέεται αιτιατά με τον καρδιακό παλμό ή τη χρήση των συγκεκριμένων φαρμάκων.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό JAMA Internal Medicine.

κολπική μαρμαρυγή

Η κολπική μαρμαρυγή είναι πιο επικίνδυνη στις γυναίκες

  • Iatronet
Σε νέα έρευνα η κολπική μαρμαρυγή συνδέθηκε με 12% υψηλότερο σχετικό κίνδυνο θνησιμότητας από όλα τα αίτια στις γυναίκες.
Η κολπική μαρμαρυγή φαίνεται να είναι ισχυρότερος παράγοντας κινδύνου για καρδιοπάθεια και θάνατο στις γυναίκες σε σχέση με τους άντρες, αναφέρει έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The BMJ.
Διεθνής ομάδα ερευνητών θέλησε να υπολογίσει τη σχέση μεταξύ κολπικής μαρμαρυγής και καρδιαγγειακής νόσου και θανάτου σε γυναίκες και άντρες και να συγκρίνει τα φύλα.
Σε μετα- ανάλυση 30 ερευνών που δημοσιεύτηκαν μεταξύ Ιανουαρίου 1966 και Μαρτίου 2015 οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία 4 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Όλες οι έρευνες είχαν τουλάχιστον 50 συμμετέχοντες με κολπική μαρμαρυγή και 50 χωρίς την πάθηση. Ανέφεραν σχέσεις, ανα φύλο, μεταξύ κολπικής μαρμαρυγής και θνησιμότητας από όλα τα αίτια, θανάτου από καρδιαγγειακή νόσο, εγκεφαλικού επεισοδίου, καρδιακών γεγονότων και καρδιακής ανεπάρκειας.
Η κολπική μαρμαρυγή συνδέθηκε με 12% υψηλότερο σχετικό κίνδυνο θνησιμότητας από όλα τα αίτια στις γυναίκες και πολύ ισχυρότερο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου, θνησιμότητας από καρδιαγγειακή νόσο, καρδιακών γεγονότων και καρδιακής ανεπάρκειας. Η αιτία των διαφορών ανάμεσα στα φύλα δεν είναι γνωστή.
Όσον αφορά την κλινική φροντίδα, τα αποτελέσματα στηρίζουν την ανάπτυξη συγκεκριμένου σκορ κινδύνου για τη νόσο στις γυναίκες και πιο επιθετική αγωγή των παραγόντων κινδύνου σε αυτές, όπως πρόσφατα συστάθηκε από την American Heart Association.

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

παχυσαρκία

Η παχυσαρκία συνδέεται με δημιουργία θρόμβων στα παιδιά

  • Iatronet
Η σχέση μεταξύ παχυσαρκίας και φλεβικής θρομβοεμβολής μπορεί να προκαλέσει προβλήματα υγείας αν παραμείνει χωρίς αγωγή, προειδοποίησαν οι ερευνητές.
Η παχυσαρκία συνδέεται με τη δημιουργία θρόμβων στις φλέβες παιδιών και εφήβων, αναφέρει νέα έρευνα.
Ήταν στατιστικά σημαντικός προγνωστικός παράγοντας δημιουργίας θρόμβων στους νέους, έδειξε η έρευνα.
Η σχέση μεταξύ παχυσαρκίας και φλεβικής θρομβοεμβολής μπορεί να προκαλέσει προβλήματα υγείας αν παραμείνει χωρίς αγωγή, προειδοποίησαν οι ερευνητές.
Η Elizabeth Halvorson, του Wake Forest Baptist Medical Center στη Βόρεια Καρολίνα, δήλωσε ότι η έρευνα έδειξε σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και της φλεβικής θρομβοεμβολής στα παιδιά, η οποία θα πρέπει να ερευνηθεί με περαιτέρω μελέτες.
Πρόσθεσε, ότι αυτό είναι σημαντικό επειδή η εμφάνιση φλεβικής θρομβοεμβολής στα παιδιά έχει αυξηθεί σημαντικά τα προηγούμενα 20 χρόνια και η παιδική παχυσαρκία παραμένει σε υψηλά επίπεδα στις ΗΠΑ.
Οι ερευνητές εξέτασαν στοιχεία ασθενών μεταξύ Ιανουαρίου 2000 και Σεπτεμβρίου 2012. Εντόπισαν 88 ασθενείς μεταξύ 2 και 18 ετών-επιβεβαιωμένα περιστατικά φλεβικής θρομβοεμβολής.
Αφού έλαβαν υπόψη άλλους παράγοντες κινδύνου, οι ερευνητές ανακάλυψαν μικρή αλλά στατιστικά σημαντική σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και της φλεβικής θρομβοεμβολής,
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Hospital Pediatrics.

έντονη φτώχεια

Η έντονη φτώχεια βλάπτει την υγεία των παιδιών

  • Iatronet
Αμερικανική έρευνα αναφέρει ότι παιδιά που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας είναι πιο πιθανό να είναι παχύσαρκα.
Η έντονη φτώχεια αποτελεί απειλή για την υγεία και την ανάπτυξη μικρών παιδιών, αναφέρει νέα έρευνα.
Ερευνητές ανέλυσαν αμερικανικά στοιχεία που συλλέχτηκαν από το 2011 έως το 2013. Εστίασαν σε παιδιά μικρότερα των 9 ετών συγκρίνοντας όσα ζούσαν σε έντονη φτώχεια με όσα ήταν φτωχά αλλά όχι σε έντονη φτώχεια και με όσα δεν ήταν φτωχά.
Παιδιά που ζούσαν σε έντονη φτώχεια ήταν πιο πιθανό να είναι παχύσαρκα σε σχέση με τα παιδιά των 2 άλλων ομάδων.
Η έρευνα επίσης ανακάλυψε ότι παιδιά που ζούσαν σε έντονη φτώχεια είχαν 3 φορές υψηλότερα επίπεδα μολύβδου στο αίμα σε σχέση με φτωχά παιδιά και περισσότερες από 17 φορές υψηλότερα σε σχέση με παιδιά που δεν ήταν φτωχά.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι υψηλά επίπεδα μολύβδου συνδέονται με μαθησιακά προβλήματα και προβλήματα συμπεριφοράς.
Επίσης, ανακάλυψαν ότι παιδιά που ζούσαν σε μεγάλη φτώχεια ήταν επίσης πιο πιθανό να έχουν γονείς με φτωχή ή μέτρια σωματική ή ψυχική υγεία και πιο συχνό στρες. Τέτοια παιδιά ήταν επίσης πιο πιθανό να έχουν γονείς με έλλειψη στήριξης και ασφάλειας στη γειτονιά τους.
Οι συγκεκριμένες οικογενειακές καταστάσεις συνδέονται με φτωχή υγεία και αναπτυξιακά προβλήματα στα παιδιά, σύμφωνα με τους ερευνητές,
Η έρευνα δημοσιεύτηκε πρόσφατα από το National Center for Children in Poverty.

Ωμέγα-3 λιπαρά οξέα και βιταμίνες Β

Ωμέγα-3 λιπαρά οξέα και βιταμίνες Β επιβραδύνουν τη νοητική εξασθένηση

  • Iatronet
Νέα έρευνα έδειξε ότι σε ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας με υψηλά επίπεδα ωμέγα- 3 λιπαρών οξέων οι βιταμίνες Β είναι πολύ αποτελεσματικές στην πρόληψη της νοητικής εξασθένησης.
Τα υψηλότερα επίπεδα ωμέγα-3 λιπαρών οξέων στον οργανισμό μπορούν να ενισχύσουν την επίδραση συμπληρωμάτων βιταμίνης Β, οδηγώντας στην επιβράδυνση της νοητικής εξασθένησης σε ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, ανακάλυψε διεθνής ομάδα ερευνητών.
Οι ερευνητές, από τα πανεπιστήμια Cape Town, Oslo, Oxford και UAE, μελέτησαν περισσότερους από 250 ανθρώπους με ελαφριά νοητική εξασθένηση στην Οξφόρδη.
Η Dr Celeste de Jager, του University of Oxford, δήλωσε ότι προηγουμένως ανακάλυψε ότι οι βιταμίνες Β μπορούν να επιβραδύνουν ή να εμποδίσουν την ατροφία του εγκεφάλου και την εξασθένηση της μνήμης σε ανθρώπους με ελαφριά νοητική εξασθένηση. Οι ερευνητές θέλησαν να διαπιστώσουν αν τα ωμέγα-3 λιπαρά και οι βιταμίνες Β θα μπορούσαν να αλληλεπιδρούν για την πρόληψη της νοητικής εξασθένησης.
Στην έναρξη της έρευνας κάθε συμμετέχων υποβλήθηκε σε εξετάσεις για να μετρηθεί η νοητική κατάσταση και σε εξέταση αίματος για να καθοριστούν τα επίπεδα 2 ωμέγα- 3 λιπαρών που βρίσκονται συνήθως στα ιχθυέλαια (DHA και EPA).
Ο Dr Abderrahim Oulhaj δήλωσε ότι η ερευνητική ομάδα ανακάλυψε ότι για ανθρώπους με χαμηλά επίπεδα ωμέγα-3 τα συμπληρώματα βιταμίνης είχαν μικρή έως καθόλου επίδραση. Ωστόσο, σε όσους είχαν υψηλά επίπεδα ωμέγα- 3 στην έναρξη, οι βιταμίνες Β ήταν πολύ αποτελεσματικές στην πρόληψη της νοητικής εξασθένησης σε σύγκριση με το placebo,
Πρόσθεσε ότι το αποτέλεσμα συμπληρώνει τα προηγούμενα ευρήματα ότι οι βιταμίνες B επιβραδύνουν το ρυθμό της ατροφίας του εγκεφάλου στην ελαφριά νοητική εξασθένηση μόνο σε όσους έχουν καλά επίπεδα ωμέγα- 3 λιπαρών οξέων.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Alzheimer's Disease.
Οι ερευνητές επίσης ανακάλυψαν ότι τα επίπεδα DHA θα μπορούσαν να είναι πιο σημαντικά από τα επίπεδα EPA, αν και προειδοποιούν ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να καταλήξουν αν αληθεύει.

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2016

Οι στατίνες αυξάνουν τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 κατά 46 τοις εκατό

  • APA
Τα φάρμακα μειώνουν τόσο την ευαισθησία στην ινσουλίνη όσο και την έκκριση ινσουλίνης.
Η λήψη στατινών αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα ανάπτυξης διαβήτη τύπου 2. Σύμφωνα με μια φινλανδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στην έκδοση «Diabetologia» (Διαβητολογία), ο κίνδυνος είναι 46 τοις εκατό υψηλότερος.
Στη μελέτη τους, οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Φινλανδίας και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Κουόπιο (University of Eastern Finland και Kuopio University Hospital) περιέλαβαν 8.850 άνδρες ηλικίας 45-73 ετών, οι οποίοι δεν είχαν διαγνωστεί με διαβήτη κατά την έναρξη της μελέτης. Κατά τη διάρκεια της περιόδου παρατήρησης για σχεδόν έξι έτη, 635 συμμετέχοντες ανέπτυξαν διαβήτη τύπου 2.
Μετά από προσαρμογή των δεδομένων για παράγοντες επηρεασμού, όπως η ηλικία, ο ΔΜΣ (ΒΜΙ) και η σωματική δραστηριότητα, φάνηκε ότι η χρήση στατινών αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη κατά 46 τοις εκατό. Όσο υψηλότερη είναι η δόση του φαρμάκου, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες.
Πιο λεπτομερείς αναλύσεις έδειξαν ότι η ευαισθησία στην ινσουλίνη μειώθηκε κατά 24 τοις εκατό και η έκκριση ινσουλίνης κατά δώδεκα τοις εκατό. Οι μειώσεις ήταν δοσοεξαρτώμενες. Και οι δύο τιμές είναι πιθανόν να σχετίζονται άμεσα με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη, λένε οι συγγραφείς της μελέτης.
Οι συγγραφείς τόνισαν ότι σε αντίθεση με άλλες μελέτες, αυτή η μελέτη δεν περιλάμβανε μόνο άτομα με υψηλό κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων. Δεδομένου ότι οι συμμετέχοντες ήταν όλοι αποκλειστικά Καυκάσιοι άνδρες, πρέπει να συμπεριληφθεί μια περαιτέρω έρευνα σε γυναίκες και αντίστοιχα άτομα άλλων εθνοτικών προελεύσεων, δήλωσαν οι ερευνητές.

Το τεστ κόπωσης σε κυλιόμενο τάπητα προβλέπει τον κίνδυνο θνησιμότητας

  • APA
Το επίπεδο σωματικής κατάστασης και η υψηλότερη συχνότητα καρδιακού ρυθμού, σε συνδυασμό με την ηλικία και το φύλο, αρκούν για τον υπολογισμό.
Επιστήμονες από τις ΗΠΑ έχουν αναπτύξει ένα μαθηματικό τύπο, με τη βοήθεια του οποίου μπορεί να ελεγχθεί ο κίνδυνος του θανάτου ενός ατόμου κατά τα επόμενα δέκα χρόνια, χρησιμοποιώντας ένα απλό τεστ κόπωσης σε κυλιόμενο τάπητα. Οι γιατροί ελπίζουν έτσι να παρακινήσουν τους ασθενείς υψηλού κινδύνου να γυμνάζονται περισσότερο. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στην έκδοση «Mayo Clinic Proceedings».
Ερευνητές στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins της Βαλτιμόρης (Μέριλαντ) ανέλυσαν στοιχεία από περισσότερους από 58.000 ανθρώπους ηλικίας 18 έως 96 ετών, οι οποίοι είχαν ολοκληρώσει ένα τυποποιημένο τεστ κόπωσης σε κυλιόμενο τάπητα στο Ντιτρόιτ (Μίσιγκαν), μεταξύ 1991 και 2009. Παρακολούθησαν επίσης όσους συμμετέχοντες πέθαναν στα δέκα χρόνια μετά το τεστ.
Οι γιατροί υπολόγισαν τη «Βαθμολογία Κυλιόμενου Τάπητα FIT» (FIT Treadmill Score) με τη βοήθεια της ηλικίας, του φύλου, του μέγιστου καρδιακού ρυθμού και του επιπέδου της φυσικής κατάστασης που μετρήθηκε από μεταβολικά ισοδύναμα (ΜΕΤ). Οι βαθμολογίες κυμαίνονταν από αρνητική 200 έως θετική 200, με όλους εκείνους που ήταν στο θετικό εύρος να επιδεικνύουν χαμηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας.
Οι άνθρωποι με βαθμολογία 100 ή υψηλότερη είχαν κίνδυνο θνησιμότητας δύο τοις εκατό, εκείνοι με βαθμολογία μεταξύ 0 και 100, είχαν κίνδυνο τρία τοις εκατό. Εάν η βαθμολογία ήταν αρνητική μεταξύ 100 και 0, ο κίνδυνος θνησιμότητας κατά τα επόμενα δέκα χρόνια ήταν έντεκα τοις εκατό, εάν ήταν χαμηλότερη από το αρνητικό 100, ο κίνδυνος αυτός αυξάνονταν στο 38 τοις εκατό.
Η «Βαθμολογία Κυλιόμενου Τάπητα FIT» είναι εύκολο να υπολογιστεί και είναι οικονομική, λένε οι συγγραφείς της μελέτης. «Ελπίζουμε ότι η βαθμολογία θα γίνει ένα στήριγμα για τους καρδιολόγους και τα γραφεία των κλινικών γιατρών πρωτοβάθμιας φροντίδας, ως ένας ουσιαστικός τρόπος για να τονίσουμε τον κίνδυνο μεταξύ εκείνων που υποβάλλονται σε δοκιμές καρδιακής αντοχής και να παρακινήσουμε τους ανθρώπους με χαμηλά αποτελέσματα να γίνουν πιο δραστήριοι σωματικά», είπε ο κύριος συγγραφέας, Michael Blaha.

NEWSLETTER-ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Έγκριση της selexipag για την πνευμονική υπέρταση – Ο FDA ενέκρινε τη φαρμακευτική ουσία selexipag για τη θεραπεία της πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης (PAH). Η selexipag είναι από του στόματος χορηγούμενος αγωνιστής υποδοχέων προστακυκλίνης, ο οποίος σε μια κλινική δοκιμή σε 1156 ενήλικες ασθενείς με PAH αποδείχτηκε ασφαλής και αποτελεσματικός. Πιο συγκεκριμένα, η συχνότητα του πρωτεύοντος καταληκτικού σημείου (θάνατος από κάθε αίτιο ή επιπλοκή σχετιζόμενη με την PAH) κατά τη διάρκεια της θεραπείας (διάμεση διάρκεια 1,4 έτη), έως και 7 ημέρες μετά τη διακοπή της, ήταν 41,6% στην ομάδα του placebo και 27,0% στην ομάδα της selexipag (λόγος κινδύνου 0,60, 99% διάστημα αξιοπιστίας 0,46-0,78, p<0,001). Το όφελος από τη χορήγηση του φαρμάκου ήταν σταθερό σε όλες τις υποομάδες που μελετήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ελάμβαναν θεραπεία συνδυασμού με ανταγωνιστή υποδοχέων ενδοθηλίνης και/ή αναστολέα φωσφοδιεστεράσης-5. Συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν κεφαλαλγία, διάρροια, άλγος στις κροταφογναθικές και στις αρθρώσεις των άκρων, ναυτία, μυαλγία και εξάψεις.
Παραπομπή: Sitbon O, Channick R, Chin KM, et al; GRIPHON Investigators.Selexipag for the Treatment of Pulmonary Arterial Hypertension. N Engl J Med. 2015 Dec 24;373(26):2522-33.

Η θεραπεία κατάλυσης κοιλιακής ταχυκαρδίας βάσει υποστρώματος μειώνει την πιθανότητα υποτροπής της κοιλιακής ταχυκαρδίας – Στη μικρή τυχαιοποιημένη μελέτη VISTA (Ablation of Clinical Ventricular Tachycardia versus Addition of Substrate Ablation on the Long Term Success Rate of VT Ablation) που δημοσιεύεται στο JACC, από τους Luigi DiBiase και συν. από το Austin του Texas, συγκρίθηκαν δύο προσεγγίσεις κατάλυσης με υψίσυχνο ρεύμα σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα εμμένουσα μονόμορφη κοιλιακή ταχυκαρδία (VT) σε έδαφος ισχαιμικής καρδιοπάθειας. Οι ασθενείς έφεραν εμφυτευόμενο καρδιομετατροπέα-απινιδωτή (ICD) και εμφάνιζαν επανειλημμένα επεισόδια συμπτωματικής VT (και πρόσφορες θεραπείες από τη συσκευή), παρά την αντιαρρυθμική αγωγή. Οι 118 ασθενείς που συμπεριελήφθησαν τυχαιοποιήθηκαν σε δύο ομάδες. Στη μία εξ αυτών έγινε λεπτομερής χαρτογράφηση του υποστρώματος, εντοπισμός και κατάλυση όλων των περιοχών με «παθολογικά» ηλεκτρογράμματα, ενώ στη δεύτερη έγινε τυπική – πιο περιορισμένη – κατάλυση, κατευθυνόμενη από την εισαγόμενη κλινική ταχυκαρδία. Στους 12 μήνες παρακολούθησης, η πιο εκτεταμένη κατάλυση συσχετίστηκε με σημαντικά χαμηλότερη συχνότητα υποτροπής της VT (15,5% έναντι 48,3%, p<0,001 για τη σύγκριση των δύο ομάδων στην κατά Kaplan-Meier ανάλυση). Η συχνότητα νοσηλείας κατά τη 12μηνη παρακολούθηση στις δύο ομάδες ήταν 12% στην ομάδα της κατάλυσης βάσει υποστρώματος έναντι 32% στην ομάδα της συμβατικής κατάλυσης (p = 0,014). Η συνολική θνησιμότητα στους 12 μήνες ήταν 8,6% και 15,0%, αντίστοιχα (p = 0,21). Κατά την παρακολούθηση, σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό ασθενών της ομάδας της συμβατικής κατάλυσης είχε ανάγκη διατήρησης της αντιαρρυθμικής θεραπείας.
Θα πρέπει να επισημανθεί το μικρό μέγεθος της μελέτης (118 ασθενείς συνολικά), καθώς και το γεγονός ότι αφορούσε ασθενείς με αιμοδυναμικά σταθερή VT. Επομένως, χρειάζεται προσοχή στην επέκταση των συμπερασμάτων της σε άλλους ασθενείς με VT σε έδαφος ισχαιμικής μυοκαρδιοπάθειας.
Παραπομπή:DiBiase L, Burkhardt JD, Lakkireddy D, etal. Ablation of stable VTs versus substrate ablation in ischemic cardiomyopathy: The VISTA randomized multicenter trial. JAmCollCardiol 2015; 66:2872–2982.

Πρωτοπαθή καρδιακά νεοπλάσματα – Σε μια ενδιαφέρουσα ανάλυση της καταγραφής Surveillance, Epidemiology and EndResults (SEER) 18 του National Cancer Instituteτων ΗΠΑ, η οποία δημοσιεύεται στο Circulation, συνοψίζονται ευρήματα 39 ετών (από το 1973 έως και το 2011) για τους κακοήθεις πρωτοπαθείς καρδιακούς όγκους. Από ένα σύνολο 7.384.580 περιπτώσεων νεοπλασμάτων που έχουν καταγραφεί στο SEER, εντοπίστηκαν 551 πρωτοπαθή καρδιακά νεοπλάσματα (0,008%). Η ετήσια επίπτωση της διάγνωσης των νεοπλασμάτων αυτών αυξήθηκε με το χρόνο (25,1 ανά 100 εκατομμύρια πληθυσμού τα έτη 1973–1989, 30,2 τα έτη 1990–1999 και 46,6 τα έτη 2000–2011), γεγονός που αντανακλά προφανώς και τη σημαντική βελτίωση, αλλά και την αυξημένη διαθεσιμότητα, των διαγνωστικών τεχνικών (επιπρόσθετα σε άλλους πιθανούς παράγοντες επίδρασης στην επίπτωση των νεοπλασμάτων αυτών). Οι περισσότεροι ασθενείς ήταν γυναίκες (54,1%) με διάμεση ηλικία στη διάγνωση τα 50 έτη. Τα συχνότερα νεοπλάσματα (με βάση τον ιστολογικό τύπο) ήταν τα σαρκώματα (n=357, 64,8%) και ακολουθούσαν τα λεμφώματα  (n=150, 27%) και τα μεσοθηλιώματα (n=44, 8%). Μετά από μια διάμεση καταγεγραμμένη παρακολούθηση 80 μηνών είχαν αποβιώσει 413 από τους 551 ασθενείς. Τα ποσοστά επιβίωσης στα 1,3 και 5 έτη ήταν 46%, 22% και 17%, αντίστοιχα, με μια μικρή, αλλά στατιστικά σημαντική, διαφοροποίηση στην πάροδο του χρόνου (32%, 17% και 14% τα έτη 1973-1989 σε σύγκριση με 50%, 24% και 19% τα έτη 2000-2011, p=0,009). Τα σαρκώματα και τα μεσοθηλιώματα συνδέονταν με τη χαμηλότερη επιβίωση. Σε σύγκριση με τους ασθενείς με αντίστοιχα εξωκαρδιακά νεοπλάσματα, οι ασθενείς με καρδιακό λέμφωμα ή σάρκωμα ήταν νεότεροι και είχαν χειρότερη επιβίωση (p<0,001). Συμπερασματικά, τα πρωτοπαθή καρδιακά νεοπλάσματα φαίνεται ότι είναι εξαιρετικά σπάνια (αν και η επίπτωσή τους αυξάνεται καθώς διευρύνεται η χρήση απεικονιστικών διαγνωστικών τεχνικών) και η πρόγνωσή τους εξαιρετικά δυσμενής, με 5ετή επιβίωση της τάξης του 20% (ιδιαίτερα χαμηλή, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη η ηλικία των 50 ετών στη διάγνωση).

Η μείωση της αρτηριακής πίεσης μειώνει τον αγγειακό κίνδυνο σε διάφορες αρχικές αρτηριακές πιέσεις και συννοσηρότητες

  • The Lancet
Η φαρμακολογική μείωση της αρτηριακής πίεσης οδηγεί σε παρόμοιες αναλογικές μειώσεις του κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου και του θανάτου σε διάφορες αρχικές αρτηριακές πιέσεις και συννοσηρότητες
Η φαρμακολογική μείωση της αρτηριακής πίεσης οδηγεί σε παρόμοιες αναλογικές μειώσεις του κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου και του θανάτου σε διάφορες αρχικές αρτηριακές πιέσεις και συννοσηρότητες
Υπόβαθρο
Τα οφέλη της θεραπείας μείωσης της αρτηριακής πίεσης για την πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου είναι ευρέως αποδεδειγμένα. Ωστόσο, ο βαθμός στον οποίο αυτά τα αποτελέσματα διαφέρουν από την αρχική αρτηριακή πίεση, παρουσία συννοσηροτήτων ή κατηγορίας φαρμάκων, είναι λιγότερο σαφής. Συνεπώς πραγματοποιήθηκε μια συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση για να διευκρινιστούν αυτές οι διαφορές.
Μέθοδος
Για αυτή τη συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση, ερευνήσαμε τη MEDLINE για μεγάλης κλίμακας μελέτες μείωσης της αρτηριακής πίεσης, που δημοσιεύτηκαν από τις 1 Ιανουαρίου 1966 έως τις 7 Ιουλίου 2015 και ερευνήσαμε στην ιατρική βιβλιογραφία για να εντοπίσουμε δοκιμές έως τις 9 Νοεμβρίου 2015. Όλες οι τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές θεραπειών για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης ήταν κατάλληλες για να συμπεριληφθούν, εάν συμπεριλάμβαναν παρακολούθηση τουλάχιστον 1000 ασθενών-ετών σε κάθε σκέλος της μελέτης. Δεν αποκλείστηκαν δοκιμές λόγω της παρουσίας συννοσηροτήτων στην αρχική εξέταση και οι δοκιμές αντιυπερτασικών φαρμάκων για ενδείξεις διαφορετικές από την υπέρταση ήταν κατάλληλες. Λάβαμε δεδομένα στο συνοπτικό επίπεδο σχετικά με τα χαρακτηριστικά της μελέτης και τα αποτελέσματα μειζόνων καρδιαγγειακών επεισοδίων, στεφανιαίας νόσου, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου, καρδιακής ανεπάρκειας, νεφρικής ανεπάρκειας και θνησιμότητας από κάθε αιτία. Χρησιμοποιήσαμε μετα-αναλύσεις αντίστροφης διακύμανσης σταθμισμένων σταθερών επιπτώσεων για τη συγκέντρωση των εκτιμήσεων.
Αποτελέσματα
Εντοπίσαμε 123 μελέτες με 613.815 συμμετέχοντες για την πινακοποιημένη μετα-ανάλυση. Η μετα-αναλύσεις παλινδρόμησης έδειξαν σχετικές μειώσεις κινδύνου ανάλογες με το επίπεδο των μειώσεων της αρτηριακής πίεσης που επιτεύχθηκαν. Κάθε 10 mm Hg μείωση της συστολικής αρτηριακής πίεσης μείωσε σημαντικά τον κίνδυνο επεισοδίων σοβαρών καρδιαγγειακών νόσων (σχετικός κίνδυνος [RR] 0,80, 95% ΔΕ 0,77-0,83), στεφανιαία νόσος (0,83, 0,78-0,88), αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (0,73, 0,68-0,77), και καρδιακή ανεπάρκεια (0,72, 0,67-0,78), η οποία, στους εξεταζόμενους πληθυσμούς, οδήγησε σε σημαντική μείωση 13% σε όλες τις αιτίες θνησιμότητας (0,87, 0,84-0,91). Ωστόσο, η επίδραση στη νεφρική ανεπάρκεια δεν ήταν σημαντική (0,95, 0,84-1,07). Παρόμοιες αναλογικές μειώσεις κινδύνου (ανά 10 mm Hg χαμηλότερη συστολική αρτηριακή πίεση) παρατηρήθηκαν σε δοκιμές με υψηλότερη μέση αρχική συστολική αρτηριακή πίεση και δοκιμές με χαμηλότερη μέση αρχική συστολική αρτηριακή πίεση (όλα τα Pτάσεων> 0,05). Δεν υπήρξε καμία σαφής ένδειξη ότι η αναλογική μείωση του κινδύνου στη μείζονα καρδιαγγειακή νόσο διαφέρει από το ιστορικό της νόσου στην αρχική εξέταση, εκτός από το διαβήτη και τη χρόνια νεφρική νόσο, για την οποία εντοπίστηκαν μικρότερες, αλλά σημαντικές, μειώσεις κινδύνου. Οι β-αποκλειστές ήταν κατώτεροι σε άλλα φάρμακα για την πρόληψη σοβαρών επεισοδίων καρδιαγγειακών νόσων, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και νεφρικής ανεπάρκειας. Οι αποκλειστές διαύλου ασβεστίου ήταν ανώτεροι ως προς άλλα φάρμακα για την πρόληψη του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Για την πρόληψη της καρδιακής ανεπάρκειας, οι αποκλειστές διαύλου ασβεστίου ήταν κατώτεροι και τα διουρητικά ήταν ανώτερα από άλλες κατηγορίες φαρμάκων. Ο κίνδυνος μεροληψίας κρίθηκε ως χαμηλός για 113 δοκιμές και ασαφής για 10 δοκιμές. Η ετερογένεια των αποτελεσμάτων ήταν χαμηλή έως μέτρια· η στατιστική I² της ετερογένειας για τα μείζονα επεισόδια καρδιαγγειακών νόσων ήταν 41%, για τη στεφανιαία νόσο 25%, για το εγκεφαλικό επεισόδιο 26%, για την καρδιακή ανεπάρκεια 37%, για τη νεφρική ανεπάρκεια 28% και για τη θνησιμότητα από κάθε αίτιο 35%.
Ερμηνεία
Η μείωση της αρτηριακής πίεσης μειώνει σημαντικά τον αγγειακό κίνδυνο σε διάφορα επίπεδα αρτηριακών πιέσεων και συννοσηροτήτων. Τα αποτελέσματά μας παρέχουν ισχυρή υποστήριξη για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης σε συστολικές αρτηριακές πιέσεις κάτω των 130 mm Hg και την παροχή θεραπείας για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης σε άτομα με ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου, στεφανιαίας νόσου, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου, διαβήτη, καρδιακής ανεπάρκειας και χρόνιας νεφρικής νόσου.


Το υψηλό σάκχαρο μπορεί να αυξήσει τις επιπλοκές στην καρδιακή προσβολή

  • Iatronet

Τα ευρήματα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες αγωγές για τη βελτίωση της εικόνας μετά από καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο.
Υψηλά επίπεδα σακχάρου μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο επιπλοκών σε ασθενείς με καρδιακή προσβολή, αναφέρει νέα έρευνα.
Ερευνητές ανακάλυψαν ότι η υψηλή γλυκόζη στο αίμα προκαλεί ισχυρότερη σύσπαση των αγγείων και επίσης εντόπισαν πρωτεΐνη που συνδέεται με την αυξημένη σύσπαση.
Τα ευρήματα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες αγωγές για τη βελτίωση της εικόνας μετά από καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο.
Η καρδιακή προσβολή συμβαίνει όταν μπλοκάρει μια αρτηρία που παρέχει αίμα στην καρδιά. Το υψηλό σάκχαρο τη στιγμή της καρδιακής προσβολής μπορεί ενδεχομένως να κάνει το μπλοκάρισμα πιο σοβαρό προκαλώντας σύσπαση της αρτηρίας και οδηγώντας σε υψηλότερο κίνδυνο επιπλοκών, σύμφωνα με έρευνα του University of Leicester.
Ο Richard Rainbow, δήλωσε ότι οι ερευνητές έδειξαν ότι η ποσότητα της ζάχαρης ή γλυκόζης στο αίμα αλλάζει τη συμπεριφορά των αγγείων οδηγώντας τα να συσπώνται περισσότερο από το φυσιολογικό. Αυτό θα μπορούσε να οδηγεί σε υψηλότερη αρτηριακή πίεση ή να μειώνει την ποσότητα αίματος που ρέει σε ζωτικά όργανα.
Πρόσθεσε ότι πρόκειται για πειραματική έρευνα στο εργαστήριο, που σημαίνει ότι μπορούμε να εξαγάγουμε συμπεράσματα για αιτιατή σχέση σε ελεγχόμενο περιβάλλον.
Ο Rainbow δήλωσε ότι πρόκειται για την πρώτη έρευνα που δείχνει άμεση σχέση σύσπασης των αγγείων σε σχέση με τη γλυκόζη και τον πιθανό μηχανισμό. Στα πειραματικά μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν στην έρευνα, περιλαμβανομένων των αγγείων, η αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στα επίπεδα που παρατηρούνται μετά από ένα μεγάλο γεύμα άλλαξε τις αγγειακές συσπάσεις.
Εξήγησε ότι μεγάλος αριθμός ανθρώπων που έχουν υποστεί καρδιακή προσβολή θα έχουν υψηλή γλυκόζη λόγω της αντίδρασης στο στρες. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και άνθρωποι που δεν είναι διαβητικοί μπορεί ενδεχομένως να έχουν υψηλό σάκχαρο κατά τη διάρκεια της καρδιακής προσβολής.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο περιοδικό British Journal of Pharmacology.

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016

Δίαιτα και άσκηση ωφελούν ανθρώπους με καρδιακή ανεπάρκεια

  • Iatronet
Νέα έρευνα σε ανθρώπους με καρδιακή ανεπάρκεια έδειξε ότι αλλαγές στον τρόπο ζωής βελτιώνουν την καρδιακή λειτουργία και την ικανότητα άσκησης.
Αλλαγές στον τρόπο ζωής, που περιλαμβάνουν υγιεινή διατροφή και τακτική άσκηση, φαίνεται να βελτιώνουν την καρδιακή λειτουργία και την ικανότητα άσκησης σε ανθρώπους με συγκεκριμένο είδος καρδιακής ανεπάρκειας.
Η έρευνα περιέλαβε 100 παχύσαρκους ηλικιωμένους που έπασχαν από καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης της αριστερής κοιλίας.
Ερευνητές του Wake Forest University School of Medicine, με επικεφαλής τον Dr. Dalane Kitzman, χώρισαν τους συμμετέχοντες σε 4 ομάδες. Μόνο δίαιτα, μόνο άσκηση, δίαιτα και άσκηση και ομάδα ελέγχου που δεν έλαβε αγωγή.
Μετά από 10 εβδομάδες η αξιολόγηση της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου αποκάλυψε ότι όσοι ανήκαν στις 3 ομάδες αντιμετώπισης είχαν βελτίωση στην ικανότητα άσκησης. Οι ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν με δίαιτα και άσκηση είχαν σχεδόν τη διπλάσια βελτίωση στο συγκεκριμένο δείκτη.
Εκτός του ότι ενίσχυσαν την αντοχή τους για άσκηση, η έρευνα αποκάλυψε επίσης ότι η δίαιτα και η άσκηση μείωσαν την ποσότητα των λιπωδών κυττάρων των μυών στα πόδια, που μπορεί να βελτιώσει την ικανότητα άσκησης των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια.
Χρειάζεται περισσότερη έρευνα για τη διερεύνηση της επίδρασης της δίαιτας στη μυϊκή μάζα, δήλωσαν ερευνητές, αλλά τα ευρήματα στηρίζουν προσέγγιση όσον αφορά την αγωγή για την καρδιακή ανεπάρκεια που περιλαμβάνει τη δίαιτα και την άσκηση.
Τα αποτελέσματα δημοσιεύτηκαν στη διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού Journal of the American Medical Association.