Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

Depression increases risk for sudden cardiac death in stable CAD | ESC

Depression increases risk for sudden cardiac death in stable CAD | ESC

  • RSi Communications
Risk is independent of other clinical risk factors and left ventricular function.
Takeaway
  • Coronary disease patients with depressive symptoms have increased risk of sudden cardiac death (SCD) independent of other clinical risk factors and left ventricular function. 
Why this matters
  • Results emphasize the importance of screening for depression in patients with CAD. 
Study design
  • Researchers at the University of Oulu, Finland, assessed the association of depressive symptoms and the risk of sudden cardiac death.
  • Patients with angiographically documented CAD (n=1928, mean age 67 y) underwent clinical examination, including screening for depression by Depression Scale (0-30), extensive risk profiling including echocardiography at baseline.
  • Patients were divided into quartiles based on score obtained by Depression Scale (<2, 2-4, 5-7, ≥8).  
Key results
  • Over a median follow-up period of 6.4 y, the incidence of SCD was 1.1% (n=450, 5 events), 2.0% (n=459, 9 events), 2.4% (n=542, 13 events), and 4.4% (n=477, 21 events) from the lowest to the highest quartile of the Depression Scale score.
  • The patients in the highest quartile of Depression Scale score had 3.9­ (P=.006), 2.3­ (P=.035), and 1.9 ­fold risk for SCD compared to patients in the lowest, 2nd, and 3rd quartile, respectively.
  • Depression Scale score was not associated with non­sudden cardiac death.

Νέα μέθοδος για τη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης με περισσότερη ακρίβεια

  • Iatronet
Οι μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης στο ιατρείο μπορούν να επηρεαστούν από το άγχος του ασθενούς οδηγώντας την πίεση σε υψηλότερα επίπεδα από τα φυσιολογικά.
Ερευνητές του Jerusalem College of Technology και του Shaare Zedek Medical Center, στο Ισραήλ, ανέπτυξαν μέθοδο για  πιο ακριβή μέτρηση της συστολικής αρτηριακής πίεσης. Παρουσίασαν πριν λίγες ημέρες τα ευρήματα στο συνέδριο Cardiovascular Aging: New Frontiers and Old Friends.
Οι μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης στο ιατρείο μπορούν να επηρεαστούν από το άγχος του ασθενούς οδηγώντας την πίεση σε υψηλότερα επίπεδα από τα φυσιολογικά.
Για να αποφευχθεί το φαινόμενο της ‘’λευκής  μπλούζας’’ μπορεί να χρειαστούν μετρήσεις στο σπίτι που λαμβάνονται από τον ασθενή με αυτόματο πιεσόμετρο αλλά τα διαθέσιμα πιεσόμετρα τέτοιου τύπου προσφέρουν χαμηλού επιπέδου ακρίβεια.
Το αυτόματο είναι λιγότερο ακριβές από το χειροκίνητο, όταν χρησιμοποιούνται και τα δυο στο ιατρείο.
Ο Meir Nitzan δήλωσε ότι οι διαθέσιμες συσκευές αυτόματης μέτρησης συχνά πέφτουν έξω κατά 10 έως 15 mmHg.
Οι ερευνητές ανέπτυξαν συσκευή χρησιμοποιώντας την τεχνική photoplethysmography για πιο ακριβή μέτρηση της συστολικής πίεσης.
Η συσκευή χρησιμοποιεί περιχειρίδα πίεσης που τυλίγεται γύρω από τον βραχίονα και έναν ηλεκτρο-οπτικό καθετήρα στο δάκτυλο. "Ο αισθητήρας δακτύλων είναι παρόμοιος με αυτόν του παλμικού οξυμέτρου: Περιλαμβάνει πηγή φωτός  που εκπέμπει φως στο δάχτυλο και ένα ανιχνευτή που μετρά το φως που μεταδίδεται μέσω του δακτύλου."
 Όταν η πίεση της περιχειρίδας αυξάνει πάνω από τη συστολική αρτηριακή πίεση αυτοί οι παλμοί εξαφανίζονται και όταν  μειώνεται κάτω από τη συστολική αρτηριακή πίεση αυτοί επανεμφανίζονται.Η επίδραση επιτρέπει τον προσδιορισμό της συστολική πίεσης.
Το μεταδιδόμενο φως εμφανίζει παλμούς στον καρδιακό ρυθμό, λόγω καρδιακά προκαλούμενων μεταβολών του όγκου του αίματος στον ιστό των δαχτύλων.

Τρίτη 29 Αυγούστου 2017

χοληστερόλη HDL

 Κακή για την υγεία η πολύ αυξημένη χοληστερόλη HDL

  • Iatronet
Τα ευρήματα έδειξαν ότι άνθρωποι με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα ‘’καλής’’ χοληστερόλης έχουν υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας.
Ενώ υψηλά επίπεδα χοληστερόλης HDL είναι γνωστό ότι είναι ωφέλιμα, η υπερβολή τους μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο θνησιμότητας, δήλωσαν ερευνητές
Τα ευρήματα έδειξαν ότι άνθρωποι με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα ‘’καλής’’ χοληστερόλης έχουν υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας σε σχέση με ανθρώπους που έχουν φυσιολογικά επίπεδα.
Σε άντρες με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, το ποσοστό θνησιμότητας ήταν 106% υψηλότερο σε σχέση με την ομάδα που είχε φυσιολογικά όρια, ενώ στις γυναίκες φάνηκε να είναι 68% υψηλότερο.
Ο Borge Nordestgaard, καθηγητής του University of Copenhagen, δήλωσε ότι τα αποτελέσματα αλλάζουν δραστικά τον τρόπο που κατανοούμε την ''καλή''  χοληστερόλη και ότι δεν θα πρέπει να το κάνουμε πια, καθώς η νέα έρευνα δείχνει σημαντικά υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας.
Οι γιατροί συνήθιζαν να συγχαίρουν ασθενείς που είχαν πολύ υψηλά επίπεδα χοληστερόλης HDL στο αίμα.
Για την έρευνα αναλύθηκαν στοιχεία 116.000 ανθρώπων. Παρακολουθήθηκαν για 6 χρόνια, κατά μέσον όρο, και τα αποτελέσματα έδειξαν πάνω από 10.500 θανάτους.
Άνθρωποι με εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα χοληστερόλης HDL στο αίμα είχαν επίσης αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας.
Άνθρωποι με μέτρια επίπεδα HDL στο αίμα είχαν τη χαμηλότερη θνησιμότητα. Για τους άντρες το επίπεδο ήταν 1.9 mmol/L. και για τις γυναίκες 2.4 mmol/L.
Ο Nordestgaard δήλωσε ότι φαίνεται πως χρειάζεται να μετατοπιστεί η εστίαση από τη χοληστερόλη, ως σημαντικό δείκτη υγείας στην έρευνα στα νοσοκομεία και στη γενική ιατρική.

Δευτέρα 28 Αυγούστου 2017

‘’Ηλεκτρονικό δέρμα’’

‘’Ηλεκτρονικό δέρμα’’ για την παρακολούθηση παλμών και αναπνοής

  • Iatronet
Παρακολουθεί δεδομένα για την κατάσταση της υγείας κάποιου και τα μεταδώσει ασύρματα σε smartphone.
Ομάδα ερευνητών ανέπτυξε νέο ηλεκτρονικό δέρμα που μπορεί να παρακολουθήσει τους παλμούς, την αναπνοή, την κίνηση των μυών και άλλα δεδομένα για την κατάσταση της υγείας κάποιου, και να τα μεταδώσει ασύρματα σε smartphone.
Το ηλεκτρονικό δέρμα που αναπτύχθηκε από ερευνητές της Νότιας Κορέας και των ΗΠΑ έχει καλύτερη ευκαμψία, μικρότερο μέγεθος και την ικανότητα να κολλά παντού στο σώμα.
Οι ερευνητές σημειώνουν στο περιοδικό Nature Communications, ότι η συσκευή που φέρει κάποιος περιέχει περίπου 50 μέρη που συνδέονται με δίκτυο 250 συρμάτινων σπειρών ενσωματωμένων σε προστατευτική σιλικόνη. Το μαλακό υλικό του επιτρέπει να προσαρμόζεται στο σώμα σε αντίθεση με άλλα monitors.
Η συσκευή μεταφέρει ασύρματα δεδομένα για την κίνηση και την αναπνοή, καθώς και την ηλεκτρική δραστηριότητα της καρδιάς, των μυών, των οφθαλμών και του εγκεφάλου, σε εφαρμογή smartphone.
Ο καθηγητής Kyung-In Jang, δήλωσε ότι οι ασύρματοι βιοαισθητήρες μπορούν να αναπτυχθούν σε ολόκληρο ιατρικό σύστημα που θα επιτρέπει τη φορητή πρόσβαση στη συλλογή, αποθήκευση και ανάλυση πληροφοριών υγείας.

Πέμπτη 24 Αυγούστου 2017

Ποιος είναι ο βέλτιστος χρόνος για επεμβατική στρατηγική σε ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο;

Αποτελέσματα από μετα-ανάλυση τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών (RCT)
Αποτελέσματα από μετα-ανάλυση τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών (RCT)
Υπόβαθρο
Συνιστάται επεμβατική στρατηγική ρουτίνας για ασθενείς με οξέα στεφανιαία σύνδρομα (ΟΣΣ) χωρίς ανάσπαση ST. Ωστόσο, ο βέλτιστος χρόνος της επεμβατικής στρατηγικής δεν ορίζεται με αρκετή σαφήνεια. Οι μεμονωμένες κλινικές δοκιμές δεν είχαν τη δυνατότητα ανίχνευσης του οφέλους μείωσης της θνησιμότητας, συνεπώς, διενεργήσαμε μια μετα-ανάλυση για να αξιολογήσουμε την επίδραση της καταλληλότητας του χρόνου στη θνησιμότητα.
Μέθοδοι
Εντοπίσαμε τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές που σύγκριναν μια έγκαιρη έναντι μιας καθυστερημένης επεμβατικής στρατηγικής σε ασθενείς που παρουσίαζαν ΟΣΣ χωρίς ανάσπαση ST προβαίνοντας σε αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων MEDLINE, Κεντρικού Μητρώου Ελεγχόμενων Δοκιμών Cochrane και Embase. Συμπεριλάβαμε δοκιμές που ανέφεραν θνησιμότητα ανεξαρτήτως αιτίας τουλάχιστον 30 ημέρες μετά από ενδονοσοκομειακή τυχαιοποίηση και για τις οποίες οι ερευνητές δοκιμών συμφώνησαν να συνεργαστούν (δηλαδή, να παρέχουν στοιχεία μεμονωμένων ασθενών ή τυποποιημένα πινακοποιημένα δεδομένα). Συγκεντρώσαμε δείκτες επικινδυνότητας (HR) με τη χρήση μοντέλων τυχαίων επιδράσεων. Αυτή η μετα-ανάλυση είναι καταχωρισμένη στο μητρώο PROSPERO (CRD42015018988).
Ευρήματα
Συμπεριλάβαμε οκτώ δοκιμές (n=5.324 ασθενείς) με διάμεση περίοδο παρακολούθησης τις 180 ημέρες (IQR 180–360). Συνολικά, δεν υπήρξε σημαντική μείωση της θνησιμότητας στην ομάδα έγκαιρης επεμβατικής στρατηγικής σε σύγκριση με την ομάδα της καθυστερημένης επεμβατικής στρατηγικής (HR 0,81, 95% ΔΕ 0,64–1,03, p=0,0879). Σε προκαθορισμένες αναλύσεις ασθενών υψηλού κινδύνου, διαπιστώσαμε χαμηλή θνησιμότητα με την έγκαιρη επεμβατική στρατηγική σε ασθενείς με αυξημένους καρδιακούς βιοδείκτες στην έναρξη (HR 0,761, 95% ΔΕ 0,581–0,996), διαβήτη (0,67, 0,45–0,99), βαθμό κινδύνου GRACE άνω του 140 (0,70, 0,52–0,95) και ηλικία άνω των 75 ετών (0,65, 0,46–0,93), αν και τα αποτελέσματα των εξετάσεων αλληλεπίδρασης ήταν ασαφή.
Ερμηνεία
Μια έγκαιρη επεμβατική στρατηγική δεν μειώνει τη θνησιμότητα σε σύγκριση με μια καθυστερημένη επεμβατική στρατηγική σε όλους τους ασθενείς με ΟΣΣ χωρίς ανάσπαση του ST. Ωστόσο, μια έγκαιρη επεμβατική στρατηγική πιθανόν να μειώσει τη θνησιμότητα σε ασθενείς υψηλού κινδύνου.

Η υπέρταση στην εγκυμοσύνη

Η υπέρταση στην εγκυμοσύνη μπορεί να επηρεάσει τη μελλοντική υγεία της καρδιάς

  • Iatronet
Έγκυες με υπέρταση είχαν 2,2 φορές υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου και 5,6 φορές υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης υπέρτασης
Ερευνητές ανακάλυψαν ότι γυναίκες με υπέρταση στην εγκυμοσύνη ενδεχομένως έχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιοπάθειας και υπέρτασης αργότερα.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Pediatric & perinatal epidemiology περιέλαβε 146.748 γυναίκες με πρώτη εγκυμοσύνη που παρακολουθήθηκαν για 4,5 χρόνια.
Από τους συμμετέχοντες, 997 διαγνώστηκαν με καρδιαγγειακή νόσο και 6.812 εμφάνισαν υπέρταση.
Ερευνητές ανακάλυψαν ότι γυναίκες με υπέρταση στην εγκυμοσύνη είχαν 2,2 φορές υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου και 5,6 φορές υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης υπέρτασης μετά την κύηση σε σύγκριση με γυναίκες που δεν εμφάνισαν υπέρταση στην εγκυμοσύνη.
Η Sonia Grandi, του McGill University, δήλωσε ότι η νέα έρευνα υπογραμμίζει την ανάγκη για μακροχρόνια παρακολούθηση γυναικών με ιστορικό υπέρτασης στην εγκυμοσύνη, για να παρασχεθεί έγκαιρη ρύθμιση των παραγόντων κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο.

Οι κρύσταλλοι χοληστερόλης συνδέονται με την καρδιακή προσβολή

  • Iatronet
Ερευνητές ανέλυσαν το υλικό απόφραξης των στεφανιαίων και ανακάλυψαν υπερβολική ποσότητα κρυστάλλων χοληστερόλης στο 89% των περιστατικών.
Οι κρύσταλλοι χοληστερόλης παίζουν σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια καρδιακής προσβολής, υποδεικνύει έρευνα του Michigan State University, που δημοσιεύτηκε στο  Τhe American Journal of Cardiology.
Η έρευνα περιέλαβε 240 ασθενείς στα επείγοντα, που είχαν υποστεί καρδιακή προσβολή. Ερευνητές ανέλυσαν το υλικό απόφραξης των στεφανιαίων και ανακάλυψαν υπερβολική ποσότητα κρυστάλλων χοληστερόλης στο 89% των περιστατικών.
Οι κρύσταλλοι χοληστερόλης απελευθερώνονται από την πλάκα στις αρτηρίες, η οποία συσσωρεύεται εκεί και αποτελείται από λιπίδια, ασβέστιο και άλλες ουσίες.
Η έρευνα επιβεβαιώνει περαιτέρω τη σημασία της διατήρησης υγιών επιπέδων χοληστερόλης και της αντιμετώπισης μη φυσιολογικών επιπέδων χοληστερόλης με αλλαγές στον τρόπο ζωής και πιθανώς με φάρμακα, περιλαμβανομένων των στατινών.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, δείχνει επίσης τη σημασία της χρήσης αγωγών που διαλύουν κρυστάλλους χοληστερόλης για τη μείωση της καρδιακής βλάβης κατά τη διάρκεια καρδιακής προσβολής.

Δευτέρα 14 Αυγούστου 2017

  • Iatronet
Ασθενείς χωρίς συσσώρευση ασβεστίου στις στεφανιαίες αρτηρίες είχαν σημαντικά χαμηλότερο κίνδυνο καρδιακής προσβολής ή εγκεφαλικού επεισοδίου.
Πρόσφατη έρευνα του University of Texas Southwestern υποδεικνύει ότι η συσσώρευση ασβεστίου στις στεφανιαίες αρτηρίες αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of the American college of cardiology, ανακάλυψε ότι ασθενείς χωρίς συσσώρευση ασβεστίου στις στεφανιαίες αρτηρίες είχαν σημαντικά χαμηλότερο κίνδυνο καρδιακής προσβολής ή εγκεφαλικού επεισοδίου άσχετα από τη συνύπαρξη διαβήτη, υπέρτασης ή υψηλής χοληστερόλης.
Ο Dr. Parag Joshi, του Internal Medicine στο UT Southwestern, δήλωσε ότι τα ποσοστά συμβάντων όταν το ασβέστιο στις στεφανιαίες δεν υπάρχει είναι χαμηλά.
Όπως δήλωσε, τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι άνθρωποι χωρίς συσσώρευση ασβεστίου στα αγγεία ενδεχομένως δεν χρειάζεται να πάρουν στατίνες παρά την παρουσία άλλων παραγόντων κινδύνου που προκαλούν στεφανιαία νόσο.
Ερευνητές ανέλυσαν αξονικές τομογραφίες της καρδιάς και του θώρακα 6.184 ανθρώπων, 45 έως 84 ετών, που δεν είχαν υποστεί ποτέ καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο από την έρευνα Multi-Ethnic Study of Atherosclerosis.
Μισοί από τους συμμετέχοντες δεν είχαν αποθέσεις ασβεστίου στις αρτηρίες ή είχαν μηδενικό σκορ στην εξέταση ασβέστωσης της στεφανιαίας αρτηρίας (CAC), και είχαν λιγότερο από 3% πιθανότητες για καρδιαγγειακό επεισόδιο σε διάστημα 10 ετών, παρά την ύπαρξη άλλων παραγόντων κινδύνου για καρδιοπάθεια και εγκεφαλικό επεισόδιο, όπως διαβήτη τύπου 2 υπέρταση και υψηλά επίπεδα χοληστερόλης.
Ωστόσο, το μηδενικό σκορ στην εξέταση CAC δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει συσσώρευση πλάκας στις αρτηρίες ή δεν υπάρχει κίνδυνος καρδιακής προσβολής αλλά μάλλον ότι ο κίνδυνος εμφράγματος είναι χαμηλότερος από το όριο στο οποίο συνήθως συνιστώνται στατίνες.

Πέμπτη 10 Αυγούστου 2017

Prevention of cardiovascular disease


: recent achievements and remaining challenges

Prevention of cardiovascular disease can be achieved by practising regular exercise, by keeping to a balanced healthy diet, by avoiding tobacco smoking and by the maintenance of an optimal blood pressure and normal LDL-cholesterol and glucose levels. Major advances have been made over the past years but more can be achieved. Population and high-risk strategies should complement each other and involve society as a whole, the patients, healthcare professionals and health policy makers.
Prevention

Introduction

After an alarming rise in the mortality from atherothrombotic cardiovascular disease (CVD) in the 1950s in most industrialised countries, the CVD epidemic levelled off and an impressive decline started. That decline has occurred in most European countries, commencing earlier in some compared to others [1]. The majority of the reduction in CVD mortality rates is attributable to preventive efforts more than to changes in care [2]. However, the epidemic is still very dynamic in different parts of the world and changes may again occur in the wrong direction; it was recently reported that the rate of decline in CVD mortality has decelerated in the USA [3] and was absent in young adults in Norway [4].
It could also well be that prevention of CVD in the present generation of adults is to a certain extent only a postponement of events or a reduction of the case fatality rate rather than a complete prevention. Prevention of premature CVD mortality and of disability adjusted life years (DALYs) is great but could be associated with an increase in the prevalence of CVD in the elderly and in the very old, with an epidemic of end-stage CVD such as chronic heart failure, renal insufficiency and vascular dementia with all its consequences in terms of more need for care than for cure and of increasing healthcare costs.
Therefore, more should be invested in the earliest possible prevention of CVD from childhood onwards, in the prevention of the development of an increased total CVD risk. This can be achieved by aiming for a non-smoking generation of adolescents who keep physically active throughout life and preventing the development of overweight and obesity.

Lifestyle, behaviour, socio-economic issues

Societal changes may affect the CVD epidemic in different ways. Globalisation, migration, socio-economic changes and unemployment may have influences. Differences in CVD health among countries, regions and neighbourhoods have increased over the years; these inequalities can be explained by components of human behaviour such as diet, exercise, smoking and job-related features but also by overcrowding, unemployment and other indicators of deprivation. Life expectancy increases continuously with income. In the USA at the age of 40 years, the gap in life expectancy between individuals in the top and bottom 1% of the income distribution is 15 years for men and 10 years for women. Most of the variation in life expectancy across areas was related to differences in health behaviour, including smoking, obesity, and exercise [5].

Smoking of tobacco

Tobacco smoking remains the single most important preventable cause of premature mortality and of DALYs, and quitting smoking is the most cost-effective strategy to prevent CVD. Improvements have been made regarding the smoking of tobacco, in some countries more than in others, with large differences according to socio-economic class. Governmental restrictions and regulations have been successful; high taxes on tobacco products are the most effective policy measure to reduce smoking in the young. However, this needs to be complemented by continuous health education campaigns particularly targeted at the young and other subgroups of society. Restrictions on advertising, promotion and sponsorship by the industry are needed.
Smokers who want to quit should receive professional assistance if required. Brief interventions with advice to stop smoking together with pharmacological support and follow-up visits are effective and safe but insufficiently applied, even in smokers with established coronary heart disease [6]. If a smoker is willing to stop, a quitting plan should be prepared including a quit date, information to friends and family asking for support, removal of all tobacco and of objects associated with smoking behaviour from the immediate surroundings, and finally arrangement of follow-up visits, ideally within the month and every month thereafter for four months. At the follow-up visit the person should be congratulated if he/she had stopped smoking. In case of relapse, a more intensive approach should be considered, such as referral to a smoking cessation specialist or centre.
If advice, encouragement and motivation are likely to be insufficient, drug therapies should be considered early on, including nicotine replacement therapy (NRT), bupropion or varenicline. Smoking cessation pharmacotherapy may double or triple quit rates, and combining pharmacotherapy with counselling improves quit rates further.
The success rate of stopping smoking with varenicline is higher than with bupropion; varenicline doubles the chances of stopping smoking compared to placebo [7]. Varenicline reduces craving for cigarettes and withdrawal symptoms; it should be started one to two weeks before the quit date. Hypersensitivity is the only contraindication. Nausea is the most common side effect, especially at the start of therapy and if taken together with food. Titration of the dose may be necessary in some cases.
Electronic cigarettes, or e-cigarettes, can deliver high concentrations of nicotine as a vapour and have been recommended as a measure to help cessation of smoking of regular cigarettes. Results of studies on the cardiovascular effect of e-cigarettes are inconsistent but an increased risk has been documented in some [8].
Avoidance of passive smoking is another strong recommendation for the prevention of CVD.

Diet

Regarding the dietary habits of the population, changes have occurred in different areas. For example, the intake of salt and saturated fats has been reduced in most societies. The food industry has reduced the presence of trans fatty acids in different food items; this has been promoted by regulatory initiatives in some communities. However, the potential to prevent CVD through dietary adaptations is still poorly implemented. Adherence to a balanced diet is generally limited; the control of elevated blood pressure, dyslipidaemias and dysglycaemia can largely be improved through changes in lifestyle. Achieving better adherence with dietary recommendations requires the understanding of the determinants of poor compliance. At the population level, structural measures such as product information, and consumer-friendly nutrition labelling may improve health-friendly choices. Energy-dense, nutrient-deficient foods are generally highly accessible and inexpensive; the marketing of such foods could be limited and taxed. On the other hand, fruits and vegetables tend to be more expensive; the subsidising of their costs may be useful.
At the clinical level, general practitioners have an opportunity to provide counselling about diet for the management of coronary risk factors. However, barriers to that were reported related to time limitations, knowledge and perceived efficacy [9]. The extent to which physicians are familiar with a healthy dietary pattern (i.e., DASH, Mediterranean diet) and with translating that information into practical recommendations may be limited. A multidisciplinary approach including nutritionists and dieticians may help but needs improved reimbursement coverage.
At the individual level, new strategies may help to improve patient self-management and to induce sustainable behaviour change. Many apps and devices are available that provide data that can be useful for lifestyle changes and patient self-management. In Table 1 dietary targets of a well-balanced diet to prevent CVD are summarised.

Table 1. Dietary targets to prevent CVD.
Dietary targets to prevent CVD
  *  Consume more fruit, nuts, seeds, vegetables; 2 to 3 servings of each per day.
*  Limit the consumption of saturated fatty acids to <10% of total energy through replacement by poly-unsaturated fatty acids (PUFA).
*  Use vegetable oils rich in PUFA and soft spreads based on e.g., soybean oil, canola oil and extra-virgin olive oil.
*  Limit the consumption of refined grains and sugar; aim at 30-45 gr of fibre per day, preferably from wholegrain products.
*  Consume 1 or 2 servings of fish per week, preferably oily fish such as sardines, herring, tuna, salmon, mackerel, trout.
*  Don’t eat processed meat; limit the consumption of fresh red meat to 2-3 servings per week.
*  Avoid foods made with partially hydrogenated vegetable oils aiming at a zero consumption of trans unsaturated fatty acids.
*  Avoid drinking sugar-sweetened beverages.
*  Limit the intake of sodium aiming at <5 gr of salt per day.
*  If alcohol is consumed it should be limited to 2 glasses per day (20 gr alcohol) in men and to 1 glass per day (10 gr alcohol) in women.

Physical activity

The promotion of physical exercise is a crucial and central issue in all strategies of CVD prevention.
At the individual level, physical activity should be advised at different time points; it should become part of regular life from childhood onwards. Children and adolescents should be encouraged to spend 30 to 45 minutes daily in exercise activities either at school or in their leisure time. This should be maintained for as long as possible through young adulthood.
 Healthy adults in all age groups are recommended to choose enjoyable physical activities which fit in with their daily routine on most days of the week. They are recommended to engage in at least 150 minutes a week of moderate aerobic physical activity (30 minutes for 5 days/week) or 75 minutes a week of vigorous aerobic physical activity (15 minutes for 5 days/week) or a combination thereof. At the individual level, exercise prescription should be more personalised. Therefore, a short history of the physical activity level of the individual is needed (how many minutes per day spent on average in activities at moderate or vigorous intensity). On that basis and considering individual choices, advice can be given on the most appropriate types of activity, on how to progress, on which goals to set in order to achieve and maintain the health benefits of an active lifestyle. Barriers towards achieving a more active lifestyle as perceived by the individual should be identified and ways of overcoming them should be explored. For people at work, active travelling should be recommended as well as taking active breaks from prolonged periods of sitting. Based on results from a meta-analysis of 16 studies with more than one million individuals, it was shown that one hour of activity offsets the risk from eight hours of sitting [10]. In people unable to meet the minimum, or in sedentary subjects who just start some activity, even the lowest recommended level should be encouraged. It should be stressed that any increase in activity will be associated with a health benefit, even before a training effect is evident, and that it is fine to work progressively towards any given target.

Management of CVD risk factors

All current guidelines on the prevention of CVD in clinical practice recommend the assessment of total CVD risk because atherosclerotic CVD is usually the product of a number of risk factors. Prevention of CVD in a given person should be adapted to his or her total CVD risk: the higher the risk the more intensive the action should be. The stratification of the community into different levels of total CVD risk was given in recent guidelines [11].

Dyslipidaemias

Randomised controlled trials (RCTs) have clearly demonstrated that reducing the low-density lipoprotein-cholesterol (LDL-C) level with diet and/or lipid-lowering drugs can reduce the risk of CVD events. This evidence is greatest for the use of statins. In other RCTs, more versus less LDL-C reduction was studied in coronary patients, resulting in more CVD prevention with more intensive statin therapies [12]. It was also shown that a gradient exists between the degree of lowering LDL-C and the magnitude of CVD prevention [13].
The treatment goals for LDL-C depend on the total CVD risk of the patient and of the baseline LDL-C level. In patients at very high CVD risk, an LDL-C goal of <1.8 mmol/L (70 mg/dL), or a reduction of at least 50% if the baseline LDL-C level is between 1.8 and 3.5 mmol/L (70 and 135 mg/dL), is recommended.
In patients at high CVD risk, an LDL-C goal of <2.6 mmol/L (100 mg/dL), or a reduction of at least 50% if the baseline LDL-C level is between 2.6 and 5.2 mmol/L (100 and 200 mg/dL), is recommended. In subjects at moderate risk, an LDL-C goal of <3.0 mmol/L (115 mg/dL) should be considered.
Based on the results of the IMPROVE-IT trial, further LDL-C lowering by adding ezetimibe should be considered in CVD patients with an LDL-C ≥70 mg/dL (≥1.8 mmol/L) despite the maximally tolerated dose of statin [14]. A new family of lipid-lowering drugs has now become available. These proprotein convertase subtilisin/kexin type 9 inhibitors (PCSK9) reduce LDL-C further in addition to what can be achieved with statins. In the FOURIER trial, the inhibition of PCSK9 with evolocumab on a background of statins lowered LDL-C to a median of 30 mg/dL (0.78 mmol/L), and reduced CVD events [15].
The use of this drug should be considered in patients at very high CV risk in whom LDL-C remains elevated despite being treated with a maximal statin dose in combination with ezetimibe, or in patients with statin intolerance.

Arterial hypertension

Elevated blood pressure (BP) is one of the most powerful modifiable risk factors for CVD. The beneficial effects of BP-lowering therapies to reduce stroke, myocardial infarction, heart failure and death have been shown in numerous RCTs and in different meta-analyses [16]. BP lowering can be achieved through lifestyle changes and drug therapies.
Results from post hoc analyses of trials from the past suggested the existence of a J-shaped association between achieved BP and CVD risk. Results from more recent trials [17,18], where more intense BP lowering was compared with less intense reduction, have re-opened the discussion regarding the most optimal BP goals to achieve in patients with arterial hypertension. In a recent systematic review and network meta-analysis including 42 trials and 144,220 patients, it was found that reducing systolic BP to levels below the BP targets that were recommended previously reduces the risk of CVD and all-cause mortality [19]. All this calls for BP lowering based on the patient’s potential to benefit without harm rather than on reducing the BP to a specific target. Therefore, in patients at very high risk, as is the case in the presence of CVD, BP lowering may require more intensive strategies than those currently recommended in the guidelines. However, this should be decided on a more personalised basis. Lower treatment targets are also associated with a higher medication burden and with an increased risk of side effects.
Recommendations regarding BP targets in patients with arterial hypertension, based on the 2016 ESC guidelines on CVD prevention in clinical practice [11], are given in Table 2. 

Table 2. Blood pressure targets for patients with arterial hypertension.
Blood pressure targets for patients with arterial hypertension
* SBP <140 mmHg and diastolic blood pressure (DBP) <90 mmHg are recommended in all treated hypertensive patients <60 years old.
* In patients >60 years old with SBP >=160 mmHg it is recommended to reduce SBP to between 150 and 140 mmHg.
*  In fit patients <80 years old, a target <140 mmHg may be considered if treatment is well tolerated. In some of these patients a target SBP <120 mmHg may be considered if at (very) high risk and if multiple blood pressure-lowering drugs are well tolerated.
*  In individuals >80 years old and with initial SBP ≥160 mmHg, it is recommended to reduce SBP to between 150 and 140 mmHg provided they are in good physical and mental condition.
*  In frail elderly patients, a careful treatment intensity (e.g., number of blood pressure-lowering drugs) and blood pressure targets should be considered, and clinical effects of treatment should be carefully monitored.
* Beta-blockers and thiazide diuretics are not recommended in hypertensive patients with multiple metabolic risk factors due to the increased risk of diabetes mellitus.
*  Blood pressure targets in type 2 diabetes mellitus are generally recommended to be <140/85 mmHg but a lower target of <130/80 mmHg is recommended in selected patients (younger patients at elevated risk for specific complications) for additional gains on stroke, retinopathy and albuminuria risk. Recommended blood pressure target in patients with type 1 diabetes mellitus is <130/80 mmHg.

Dysglycaemia

In people with impaired glucose tolerance, the development of type 2 diabetes mellitus (DM) can be postponed or prevented. In patients with type 2 DM, CVD events can be prevented through good control of CVD risk factors. Intensive management of hyperglycaemia will also reduce the risk of microvascular complications.
Unfortunately, the prevalence of type 2 DM is increasing in most parts of the world, mainly due to unbalanced diets and a lack of physical activity. The diagnosis of DM is also still problematic in a large number of individuals, and even in patients with established CVD [6]. Screening should be considered by assessing HbA1c or fasting blood glucose. When there is still doubt, an oral glucose tolerance test should be offered.
For the majority of non-pregnant adults with either type 1 or type 2 DM, a target of HbA1c of < 7.0% (< 53 mmol/mol) is recommended to reduce CVD risk and the risk of microvascular complications. At diagnosis, or early in the course of type 2 DM, a target of HbA1c of ≤ 6.5% (≤ 48 mmol/mol) should be considered in patients who are not frail and do not have CVD.
Metformin is recommended as first-line therapy if tolerated and not contraindicated following the evaluation of renal function.
In patients with DM and CVD, the use of sodium-glucose co-transporter-2 (SGCT2) inhibitors reduced CVD and total mortality without major adverse effects [20]. These drugs should be considered early in the management of DM in these patients.
Optimal control of the LDL-C level and of the BP is of great importance in all patients with DM (see above).

Conclusions

Prevention of atherothrombotic CVD has been a success story in medicine and public health; however, challenges remain related to residual CVD risk, environmental factors, the ageing of the population and poor adherence to recommendations regarding CVD prevention. Some of these factors relate to human behaviour and to socio-economic features. Tackling these “causes of the causes” is a major challenge at national and international level. More research should also be focused on the (cost-) effectiveness of preventive strategies. The potential for further gains in preventing CVD is important. It is up to society to make the best use of it.

References


  1. Bundy JD, Li C, Stuchlik P, Bu X, Kelly TN, Mills KT, He H, Chen J, Whelton PK, He J. Systolic Blood Pressure Reduction and Risk of Cardiovascular Disease and Mortality: A Systematic Review and Network Meta-analysis. JAMA Cardiol. 2017 May 31. doi:10.1001/jamacardio.2017.1421. [Epub ahead of print].
  2. SPRINT Research Group, Wright JT Jr, Williamson JD, Whelton PK, Snyder JK, Sink KM, Rocco MV, Reboussin DM, Rahman M, Oparil S, Lewis CE, Kimmel PL, Johnson KC, Goff DC Jr, Fine LJ, Cutler JA, Cushman WC, Cheung AK, Ambrosius WT. A Randomized Trial of Intensive versus Standard Blood-Pressure Control. N Engl J Med. 2015 Nov 26;373(22):2103-16.
  3. Sabatine MS, Giugliano RP, Keech AC, Honarpour N, Wiviott SD, Murphy SA, Kuder JF, Wang H, Liu T, Wasserman SM, Sever PS, Pedersen TR;  FOURIER Steering Committee and Investigators. Evolocumab and Clinical Outcome in Patients with Cardiovascular Disease. N Engl J Med. 2017 May 4;376(18):1713-1722. 
  4. Rodriguez F, Maron DJ, Knowles JW, Virani SS, Lin S, Heidenreich PA. Association Between Intensity of Statin Therapy and Mortality in Patients With Atherosclerotic Cardiovascular Disease. JAMA Cardiol. 2017 Jan 1;2(1):47-54. 
  5. Piepoli MF, Hoes AW, Agewall S, Albus C, Brotons C, Catapano AL, Cooney MT, Corra U, Cosyns B, Deaton C, Graham I, Hall MS, Hobbs FD, Løchen ML, Löllgen H, Marques-Vidal P, Perk J, Prescott E, Redon J, Richter DJ, Sattar N, Smulders Y, Tiberi M, van der Worp HB, van Dis I, Verschuren WM; Authors/Task Force Members. 2016 European Guidelines on cardiovascular disease prevention in clinical practice: The Sixth Joint Task Force of the European Society of Cardiology and Other Societies on Cardiovascular Disease Prevention in Clinical Practice (constituted by representatives of 10 societies and by invited experts)Developed with the special contribution of the European Association for Cardiovascular Prevention & Rehabilitation (EACPR). Eur Heart J. 2016 Aug 1;37:2315-81.
  6. Hobbs FD, Erhardt L. Acceptance of guideline recommendations and perceived implementation of coronary heart disease prevention among primary care physicians in five European countries: the Reassessing European Attitudes about Cardiovascular Treatment (REACT) survey. Fam Pract. 2002 Dec;19(6):596-604.
  7. Cahill K, Stevens S, Perera R, Lancaster T. Pharmacological interventions for smoking cessation: an overview and network meta-analysis. Cochrane Database Syst Rev. 2013 May 31;5:CD009329.
  8. Chetty R, Stepner M, Abraham S, Lin S, Scuderi B, Turner N, Bergeron A, Cutler D. The association between income and life expectancy in the United States, 2001-2014. JAMA. 2016 Apr 26;315(16):1750-66.
  9. Sidney S, Quesenberry CP Jr, Jaffe MG, Sorel M, Nguyen-Huynh MN, Kushi LH, Go AS, Rana JS. Recent Trends in Cardiovascular Mortality in the United States and Public Health Goals. JAMA Cardiol. 2016 Aug 1;1(5):594-9.
  10. Wilkins E, Wilson L, Wickramasinghe K, Bhatnagar P, Leal J, Luengo-Fernandez R, Burns R, Rayner M, Townsend N. European Cardiovascular Disease Statistics 2017. European Heart Network, Brussels.
  11. Unal B, Critchley JA, Capewell S. Explaining the decline in coronary heart disease mortality in England and Wales between1981 and 2000. Circulation. 2004 Mar 9;109(9):1101-7.
  12. Sulo G, Igland J, Nygard O, Vollset SE, Ebbing M, Tell GS. Favourable trends in incidence of AMI in Norway during 2001-2009 do not include younger adults: a CVDNOR project. Eur J Prev Cardiol. 2014 Nov;21(11):1358-64.
  13. Kotseva K, Wood D, De Bacquer D, De Backer G, Rydén L, Jennings C, Gyberg V, Amouyel P, Bruthans J, Castro Conde A, Cifkova R, Deckers JW, De Sutter J, Dilic M, Dolzhenko M, Erglis A, Fras Z, Gaita D, Gotcheva N, Goudevenos J, Heuschmann P, Laucevicius A, Lehto S, Lovic D, Milicic D, Moore D, Nicolaides E, Oganov R, Pajak A, Pogosova N, Reiner Z, Stagmo M, Stork S, Tokgozoglu L, Vulic D; EUROASPIRE Investigators. EUROASPIRE IV: a European Society of Cardiology survey on the lifestyle, risk factor and therapeutic management of coronary patients from 24 European countries. Eur J Prev Cardiol. 2016 Apr;23(6):636-48.
  14. Pisinger C, Dossing M. A systematic review of health effects of electronic cigarettes. Prev Med. 2014 Dec;69:248-60. b
  15. Elkelund U, Steene-Johannessen J, Brown WJ, Fagerland MW, Owen N, Powell KE, Bauman A, Lee IM; Lancet Physical Activity Series 2 Executive Committee; Lancet Sedentary Behaviour Working Group. Does physical activity attenuate, or even eliminate, the detrimental association of sitting time with mortality? A harmonised meta-analysis of data from more than 1 million men and women. Lancet. 2016 Sep 24;388(10051):1302-10. 
  16. Cholesterol Treatment Trialists’ (CTT) Collaboration, Baigent C, Blackwell L, Emberson J, Holland LE, Reith C, Bhala N, Peto R, Barnes EH, Keech A, Simes J, Collins R. Efficacy and safety of more intensive lowering of LDL cholesterol: a meta-analysis of data from 170,000 participants in 26 randomised trials. Lancet. 2010 Nov 13;376(9753):1670-81.
  17. Cannon CP, Blazing MA, Giugliano RP, McCagg A, White JA, Theroux P, Darius H, Lewis BS, Ophuis TO, Jukema JW, De Ferrari GM, Ruzyllo W, De Lucca P, Im K, Bohula EA, Reist C, Wiviott SD, Tershakovec AM, Musliner TA, Braunwald E, Califf RM; IMPROVE-IT Investigators. Ezetimibe Added to Statin Therapy after Acute Coronary Syndromes. N Engl J Med. 2015 Jun 18;372(25):2387-97.
  18. Thomopoulos C, Parati G, Zanchetti A. Effects of blood pressure lowering on outcome incidence in hypertension. 1. Overview, meta-analyses, and meta-regression analyses of randomized trials. J Hypertens. 2014 Dec;32(12):2285–95.
  19.  Xie X, Atkins E, Lv J, Bennett A, Neal B, Ninomiya T, Woodward M, MacMahon S, Turnbull F, Hillis GS, Chalmers J, Mant J, Salam A, Rahimi K, Perkovic V, Rodgers A. Effects of intensive blood pressure lowering on cardiovascular and renal outcomes: updated systematic review and meta-analysis. Lancet. 2016 Jan 30;387(10017):435-43.
  20. Zinman B, Wanner C, Lachin JM, Fitchett D, Bluhmki E, Hantel S, Mattheus M, Devins T, Johansen OE, Woerle HJ, Broedl UC, Inzucchi SE; EMPA-REG OUTCOME Investigators. Empagliflozin, Cardiovascular Outcomes, and Mortality in Type 2 Diabetes. N Engl J Med. 2015 Nov 26; 373(22):2117-28.

Notes to editor


Author:
Guy De Backer, MD, PhD, eFESC
Department of Public Health, Faculty of Medicine and Health Sciences, Ghent University, Ghent, Belgium, and Department of Cardiology, University Hospital, Ghent, Belgium

Address for correspondence:
Prof. Guy De Backer, Department of Public Health, University Hospital, K3-4th floor, De Pintelaan 185, B-9000 Ghent, Belgium
E-mail: guy.debacker@ugent.be

Author disclosure:
I have no interests to declare regarding this work.


The content of this article reflects the personal opinion of the author/s and is not necessarily the official position of the European Society of Cardiology.
  • Υψηλότερα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα και κίνδυνος για έμφραγμα

    • Iatronet
    Ερευνητές ανακάλυψαν ότι γενετική προδιάθεση για υψηλότερα επίπεδα ασβεστίου στον ορό συνδεόταν με αυξημένο κίνδυνο για στεφανιαία νόσο και καρδιακή προσβολή.
    Γενετική προδιάθεση για υψηλότερα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου και καρδιακής προσβολής, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό JAMA.
    Δεν είναι σαφές αν το δια βίου αυξημένο ασβέστιο στον ορό μπορεί ενδεχομένως να συνδέεται αιτιατά με τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου.
    Η Susanna C. Larsson, του Karolinska Institutet, στη Στοκχόλμη, πραγματοποίησε ανάλυση για να εξετάσει τη σχέση ασβεστίου στον ορό με τη στεφανιαία νόσο και το έμφραγμα.
    Η ανάλυση περιέλαβε 184.305 ανθρώπους (60.801 με στεφανιαία νόσο και 123.504 χωρίς) και 6 γονιδιακές ποικιλομορφίες συνδεόμενες με τα επίπεδα ασβεστίου.
    Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι γενετική προδιάθεση για υψηλότερα επίπεδα ασβεστίου στον ορό συνδεόταν με αυξημένο κίνδυνο για στεφανιαία νόσο και καρδιακή προσβολή.
    Είναι άγνωστο αν ο κίνδυνος στεφανιαίας νόσου συνδεόμενος με γενετική έκθεση σε δια βίου αυξημένα επίπεδα ασβεστίου στον ορό μπορούν να μεταφραστούν σε κίνδυνο συνδεόμενο με βραχυπρόθεσμη έως μακροπρόθεσμη χρήση συμπληρωμάτων ασβεστίου.