Η πρόσληψη σιδήρου αυξάνει τον κίνδυνο καρδιoπάθειας
Η έρευνα, ανακάλυψε ότι η αιμική κατανάλωση σιδήρου αύξανε τον κίνδυνο
στεφανιαίας νόσου κατά 57%, ενώ δεν φάνηκε σχέση μεταξύ του μη αιμικού
σιδήρου, που βρίσκεται στα φυτά και σε πηγές εκτός κρέατος, και στη
στεφανιαία νόσο.
Η έρευνα δημοσιεύεται online εν όψει της δημοσίευσης στο περιοδικό ''Journal of Nutrition.''
Ο ερευνητής Jacob Hunnicutt Hunnicutt, δήλωσε ότι η σχέση μεταξύ της πρόσληψης σιδήρου, των αποθεμάτων σιδήρου στον οργανισμό και της στεφανιαίας νόσου συζητείται για δεκαετίες από τους ερευνητές, ενώ οι επιδημιολογικές έρευνες δεν δείχνουν καταληκτικά αποτελέσματα.
Η νέα έρευνα, που αποτελεί μετα-ανάλυση, εξέτασε 21 μελέτες και στοιχεία που αφορούσαν 292.454 συμμετέχοντες. Το διάστημα που κάλυψαν οι έρευνες ήταν 10,2 χρόνια.
Η νέα έρευνα, είναι μοναδική, γιατί εστιάζει στις σχέσεις της συνολικής κατανάλωσης σιδήρου, καθώς και της αιμικής και μη αιμικής πρόσληψης σιδήρου, σε σύγκριση με τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου. Η μόνη θετική σχέση αφορούσε την πρόσληψη αιμικού σιδήρου.
Ο οργανισμός μεταχειρίζεται τα 2 είδη σιδήρου διαφορετικά. Μπορεί να ελέγξει καλύτερα την απορρόφηση του σιδήρου από πηγές λαχανικών- περιλαμβανομένων των συμπληρωμάτων σιδήρου- αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο τον σίδηρο που έχει ως πηγή του το κρέας.
Οι ερευνητές, σημειώνουν ότι η θετική σχέση που παρατηρήθηκε μεταξύ του αιμικού σιδήρου και του κινδύνου για στεφανιαία νόσο μπορεί ενδεχομένως να εξηγηθεί από την υψηλή βιοδιαθεσιμότητα του αιμικού σιδήρου και του ρόλου του ως πρωταρχική πηγή σιδήρου σε συμμετέχοντες με κορεσμό σιδήρου.
Ο αιμικός σίδηρος απορροφάται με πολύ μεγαλύτερο ρυθμό σε σύγκριση με τον μη αιμικό. Όταν απορροφηθεί, μπορεί να συμβάλλει ως καταλύτης στην οξείδωση της χοληστερόλης LDL, προκαλώντας φλεγμονή, που βλάπτει τους ιστούς και αποτελεί δυνητικό παράγοντα κινδύνου για στεφανιαία νόσο.
univadis.gr
Η έρευνα δημοσιεύεται online εν όψει της δημοσίευσης στο περιοδικό ''Journal of Nutrition.''
Ο ερευνητής Jacob Hunnicutt Hunnicutt, δήλωσε ότι η σχέση μεταξύ της πρόσληψης σιδήρου, των αποθεμάτων σιδήρου στον οργανισμό και της στεφανιαίας νόσου συζητείται για δεκαετίες από τους ερευνητές, ενώ οι επιδημιολογικές έρευνες δεν δείχνουν καταληκτικά αποτελέσματα.
Η νέα έρευνα, που αποτελεί μετα-ανάλυση, εξέτασε 21 μελέτες και στοιχεία που αφορούσαν 292.454 συμμετέχοντες. Το διάστημα που κάλυψαν οι έρευνες ήταν 10,2 χρόνια.
Η νέα έρευνα, είναι μοναδική, γιατί εστιάζει στις σχέσεις της συνολικής κατανάλωσης σιδήρου, καθώς και της αιμικής και μη αιμικής πρόσληψης σιδήρου, σε σύγκριση με τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου. Η μόνη θετική σχέση αφορούσε την πρόσληψη αιμικού σιδήρου.
Ο οργανισμός μεταχειρίζεται τα 2 είδη σιδήρου διαφορετικά. Μπορεί να ελέγξει καλύτερα την απορρόφηση του σιδήρου από πηγές λαχανικών- περιλαμβανομένων των συμπληρωμάτων σιδήρου- αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο τον σίδηρο που έχει ως πηγή του το κρέας.
Οι ερευνητές, σημειώνουν ότι η θετική σχέση που παρατηρήθηκε μεταξύ του αιμικού σιδήρου και του κινδύνου για στεφανιαία νόσο μπορεί ενδεχομένως να εξηγηθεί από την υψηλή βιοδιαθεσιμότητα του αιμικού σιδήρου και του ρόλου του ως πρωταρχική πηγή σιδήρου σε συμμετέχοντες με κορεσμό σιδήρου.
Ο αιμικός σίδηρος απορροφάται με πολύ μεγαλύτερο ρυθμό σε σύγκριση με τον μη αιμικό. Όταν απορροφηθεί, μπορεί να συμβάλλει ως καταλύτης στην οξείδωση της χοληστερόλης LDL, προκαλώντας φλεγμονή, που βλάπτει τους ιστούς και αποτελεί δυνητικό παράγοντα κινδύνου για στεφανιαία νόσο.
univadis.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου