Νέα Υόρκη
Το 0,2% των ασθενών που υποβάλλονται σε γενική αναισθησία προκειμένου να χειρουργηθούν, κάποια στιγμή εν μέσω της επέμβασης, επανακτούν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό τη συνείδησή τους, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Proceedings of the National Academy of Sciences (PNAS).
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι έχουν τη δυνατότητα εκ των υστέρων να θυμηθούν εικόνες ή ήχους από το χειρουργείο. Μάλιστα ορισμένοι διηγούνται -μετά την επέμβαση- στους γιατρούς την αίσθηση του τρόμου και του πόνου, που τους προκαλεί η φάση της πλήρους ακινησίας.
Η μελέτη του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης, της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης με επικεφαλής τους Δρ Πάτρικ Πάρντον και Έμερι Μπράουν, φέρνει ξανά στο προσκήνιο το επίμαχο -και επιστημονικά πολυσυζητημένο- θέμα του πώς ακριβώς επιδρά η γενική αναισθησία στον εγκέφαλο και κατά πόσο όντως όλοι οι ασθενείς έχουν απώλεια συνείδησης κατά τη διάρκεια της.
Οι ερευνητές για να απαντήσουν στο ερώτημα, συγκρότησαν ομάδα δέκα ενηλίκων εθελοντών, στους οποίους και έκαναν ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, προκειμένου να καταγράψουν τις αλλαγές στην εγκεφαλική δραστηριότητα, καθώς επιδρούσε στον οργανισμό τους η γενική αναισθησία. Οι εθελοντές καλούνταν να πιέζουν ένα πλήκτρο, όταν ένιωθαν ότι έχαναν τη συνείδησή τους ή την ξανάβρισκαν.
Οι επιστήμονες, μ’ αυτό τον τρόπο, πιστεύουν ότι ανακάλυψαν ένα αξιόπιστο πρώιμο προειδοποιητικό σημάδι (κάτι σαν «νευρωνική υπογραφή»), που καταγράφεται στο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα και δείχνει ότι επανέρχεται η συνείδηση του ναρκωμένου ασθενούς.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν άρχισε να εφαρμόζεται η γενική αναισθησία και μέχρι σήμερα, οι γιατροί χρησιμοποιούν έμμεσους δείκτες για να παρακολουθούν κατά πόσο ο ασθενής έχει ή όχι τη συνείδησή του, όπως τις μεταβολές στο ρυθμό της καρδιάς, στην αρτηριακή πίεση του αίματος και τον μυϊκό τόνο, όμως πιο αξιόπιστοι και άμεσοι δείκτες δεν υπάρχουν προς το παρόν.
«Είναι ελαφρώς τρομακτικό ότι εκατομμύρια άνθρωποι υποβάλλονται σε γενική αναισθησία κάθε χρόνο και ο αναισθησιολόγος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει με βεβαιότητα αν ο ασθενής δεν έχει συνείδηση», σχολιάζει ο Δρ Τόνι Άψαλομ του Πανεπιστημίου του Γκρόνιγκεν, στην Ολλανδία.
«Οι μηχανισμοί με βάση τους οποίους λειτουργεί η γενική αναισθησία, παραμένουν ένα μυστήριο», συμπληρώνει ο Δρ Ραμ Αντάπα του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Όπως εξηγεί, η νέα μελέτη ενισχύει την εντύπωση ότι η γενική αναισθησία επηρεάζει την επικοινωνία και τον συγχρονισμό μεταξύ των διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου.
Προσθέτει, όμως, ότι θα πάρει χρόνο, έως ότου εφαρμοστεί ως πρακτική ρουτίνας στα χειρουργεία των νοσοκομείων η καταγραφή με ειδικό εγκεφαλογράφημα (κι όχι αυτό που γίνεται σήμερα) της κατάστασης συνείδησης κάθε ασθενούς, καθώς εξελίσσεται η επέμβαση.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι έχουν τη δυνατότητα εκ των υστέρων να θυμηθούν εικόνες ή ήχους από το χειρουργείο. Μάλιστα ορισμένοι διηγούνται -μετά την επέμβαση- στους γιατρούς την αίσθηση του τρόμου και του πόνου, που τους προκαλεί η φάση της πλήρους ακινησίας.
Η μελέτη του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης, της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης με επικεφαλής τους Δρ Πάτρικ Πάρντον και Έμερι Μπράουν, φέρνει ξανά στο προσκήνιο το επίμαχο -και επιστημονικά πολυσυζητημένο- θέμα του πώς ακριβώς επιδρά η γενική αναισθησία στον εγκέφαλο και κατά πόσο όντως όλοι οι ασθενείς έχουν απώλεια συνείδησης κατά τη διάρκεια της.
Οι ερευνητές για να απαντήσουν στο ερώτημα, συγκρότησαν ομάδα δέκα ενηλίκων εθελοντών, στους οποίους και έκαναν ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, προκειμένου να καταγράψουν τις αλλαγές στην εγκεφαλική δραστηριότητα, καθώς επιδρούσε στον οργανισμό τους η γενική αναισθησία. Οι εθελοντές καλούνταν να πιέζουν ένα πλήκτρο, όταν ένιωθαν ότι έχαναν τη συνείδησή τους ή την ξανάβρισκαν.
Οι επιστήμονες, μ’ αυτό τον τρόπο, πιστεύουν ότι ανακάλυψαν ένα αξιόπιστο πρώιμο προειδοποιητικό σημάδι (κάτι σαν «νευρωνική υπογραφή»), που καταγράφεται στο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα και δείχνει ότι επανέρχεται η συνείδηση του ναρκωμένου ασθενούς.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν άρχισε να εφαρμόζεται η γενική αναισθησία και μέχρι σήμερα, οι γιατροί χρησιμοποιούν έμμεσους δείκτες για να παρακολουθούν κατά πόσο ο ασθενής έχει ή όχι τη συνείδησή του, όπως τις μεταβολές στο ρυθμό της καρδιάς, στην αρτηριακή πίεση του αίματος και τον μυϊκό τόνο, όμως πιο αξιόπιστοι και άμεσοι δείκτες δεν υπάρχουν προς το παρόν.
«Είναι ελαφρώς τρομακτικό ότι εκατομμύρια άνθρωποι υποβάλλονται σε γενική αναισθησία κάθε χρόνο και ο αναισθησιολόγος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει με βεβαιότητα αν ο ασθενής δεν έχει συνείδηση», σχολιάζει ο Δρ Τόνι Άψαλομ του Πανεπιστημίου του Γκρόνιγκεν, στην Ολλανδία.
«Οι μηχανισμοί με βάση τους οποίους λειτουργεί η γενική αναισθησία, παραμένουν ένα μυστήριο», συμπληρώνει ο Δρ Ραμ Αντάπα του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Όπως εξηγεί, η νέα μελέτη ενισχύει την εντύπωση ότι η γενική αναισθησία επηρεάζει την επικοινωνία και τον συγχρονισμό μεταξύ των διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου.
Προσθέτει, όμως, ότι θα πάρει χρόνο, έως ότου εφαρμοστεί ως πρακτική ρουτίνας στα χειρουργεία των νοσοκομείων η καταγραφή με ειδικό εγκεφαλογράφημα (κι όχι αυτό που γίνεται σήμερα) της κατάστασης συνείδησης κάθε ασθενούς, καθώς εξελίσσεται η επέμβαση.
health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου